1

Η ΕΠΕΤΕΙΟΣ ΤΗΣ 28ΗΣ ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 1940 ΕΙΣ ΤΟ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟΝ

Τήν Παρασκευήν, 15ην  /28ην Ὀκτωβρίου 2022, ἑωρτάσθη ὑπό τοῦ Πατριαρχείου ἡ ἐθνική ἐπέτειος τῆς 28ης Ὀκτωβρίου 1940.

Κατά τήν ἡμέραν αὐτήν περί ὥραν 10.30 μ.μ. ἐτελέσθη Δοξολογία εἰς τό Καθολικόν τοῦ Πανιέρου Ναοῦ τῆς Ἀναστάσεως.

Ἡ Δοξολογία αὐτή ἐτελέσθη ὡς εὐχαριστία πρός τόν Θεόν διά τήν βοήθειαν Αὐτοῦ εἰς τό ἔθνος ἡμῶν νά ἀποκρούσῃ καί νικήσῃ τάς Γερμανικάς Ναζιστικάς καί Ἰταλικάς Φασιστικάς δυνάμεις κατά  τόν πόλεμον τοῦ 1944-1945,  ὡς δέησις ὑπέρ ἀναπαύσεως τῶν ἀγωνισαμένων καί ἡρωϊκῶς πεσόντων εἰς τόν ἀγῶνα τοῦτον πατέρων ἡμῶν.

Τῆς Δοξολογίας προέστη ἡ Α.Θ.Μ. ὁ Πατήρ ἡμῶν καί Πατριάρχης Ἱεροσολύμων κ.κ. Θεόφιλος, συνιερουργούντων Αὐτῷ τῶν Ἁγιοταφιτῶν Ἀρχιερέων καί Ἱερομονάχων καί διακόνων καί μετέχοντος τοῦ Γενικοῦ Προξένου τῆς Ἑλλάδος εἰς τά Ἱεροσόλυμα κ. Εὐαγγέλου Βλιώρα καί τοῦ προσωπικοῦ τοῦ Ἑλληνικοῦ Γενικοῦ Προξενείου, Ἁγιοταφιτῶν μοναχῶν, μελῶν τῆς Ἑλληνικῆς Πρεσβείας καί τοῦ Ἀραβοφώνου ποιμνίου τοῦ Πατριαρχείου.

Μετά τήν Δοξολογίαν ἠκολούθησε δεξίωσις εἰς τό Πατριαρχεῖον.

Ἐνταῦθα ὁ Μακαριώτατος προσεφώνησε διά τῆς κάτωθι προσφωνήσεως Αὐτοῦ ἑλληνιστί:

“Ἐκλαμπρότατε Γενικέ Πρόξενε τῆς Ἑλλάδος κ. Εὐάγγελε Βλιώρα,

Σεβαστοί Ἅγιοι Πατέρες καί Ἀδελφοί,

Εὐλαβεῖς Χριστιανοί καί προσκυνηταί,

 Ἡ ἑορτή τῆς ἐπετείου τῆς 28ης Ὀκτωβρίου τοῦ 1940 ἀποτελεῖ ἱερόν μνημόσυνον τοῦ ἱστορικοῦ ἀνεξιτήλου γεγονότος τῶν ὑπέρ τῆς ὑπερασπίσεως τῆς τιμῆς, τῆς ἐλευθερίας, καί τῆς ἐθνικῆς ἐδαφικῆς ἀκεραιότητος τῶν πεσόντων πατέρων καί ἀδελφῶν ἡμῶν κατά τῆς ἀλαζόνος εἰσβολῆς τῶν στρατιωτικῶν δυνάμεων τοῦ Ναζισμοῦ καί τοῦ Φασισμοῦ.

Αἱ ὁμαδικαί καί ἐν ψυχρῷ ἐκτελέσεις ἀθῴων συνανθρώπων ἡμῶν, ἀνδρῶν καί γυναικοπαίδων, ἀλλά καί τά στρατόπεδα συγκεντρώσεως καί τῆς συστηματικῆς γενοκτονίας ἑκατοντάδων, χιλιάδων ἀνθρώπων εἶναι τά ἀδιάψευστα μαρτύρια τῶν  ὑπό τοῦ διαβολικοῦ μίσους διακατεχομένων Ναζιστῶν. «Πᾶς ὁ μισῶν τόν ἀδελφόν αὐτοῦ ἀνθρωποκτόνος ἐστί», (Α’ Ἰωάν. 3,15), λέγει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος.

Διό καί ἡ Μετριότης ἡμῶν, συνοδευομένη ὑπό τῶν τιμίων μελῶν τῆς Γεραρᾶς Ἁγιοταφιτικῆς ἡμῶν Ἀδελφότητος ὡς καί εὐσεβοῦς λαοῦ μετά τῶν παρεπιδημούντων προσκυνητῶν, κατήλθομεν εἰς τόν Πανίερον Ναόν τῆς Ἀναστάσεως, ἔνθα ἀνεπέμψαμεν εὐχαριστήριον δοξολογίαν «τῷ Ἁγίῳ Τριαδικῷ Θεῷ, τῷ διδόντι ἡμῖν τό νῖκος διά τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ», (Πρβλ. Α’ Κορ 15,57).

Προσέτι δέ ἐδεήθημεν ὑπέρ αἰωνίας μνήμης καί μακαρίας ἀναπαύσεως τῶν ψυχῶν τῶν ἡρωϊκῶς ἀγωνισαμένων καί δή τῶν ὑπέρ τῆς πίστεως καί τῆς πατρίδος τοῦ εὐλογημένου ἡμῶν γένους καί ἔθνους μαρτυρησάντων.

Ἡ βλασφημία πρός τό ἀνθρώπινον πρόσωπον, ἡ ἔκδηλος ἄνοια, ἡ ὑπερηφάνεια καί ἡ ἀφροσύνη τῶν Ναζιστῶν, τά πονηρά ταῦτα, τά προκαλέσαντα τόν Δεύτερον Παγκόσμιον Πόλεμον, δυστυχῶς οὐδένα ἐσυνέτισαν, ὡς λέγει καί ὁ ψαλμῳδός:  «Κύριος ἐκ τοῦ οὐρανοῦ διέκυψεν ἐπί τούς υἱούς τῶν ἀνθρώπων τοῦ ἰδεῖν εἰ ἔστι συνιών ἤ ἐκζητῶν τόν Θεόν· πάντες ἐξέκλιναν, ἄμα ἠχρειώθησαν», (Ψαλμ. 13, 2-3).

Λέγομεν τοῦτο, διότι ἡ ἐπιδειχθεῖσα αὐτοθυσία τῶν Ἑλλήνων ἀγωνιστῶν εἰς τό πεδίον τῆς μετωπικῆς μάχης κατά τῶν ἀδιστάκτων εἰσβολέων ἐπί τῶν κορυφῶν τῶν ἀγρίων Βορειοηπειρωτικῶν βουνῶν, ἐφλέγετο ἀπό τό πῦρ τῆς ἀγάπης διά τήν πατρίδα καί τήν ἐλευθερίαν. Γενεσιουργός αἰτία τοῦ ἀξιοθαυμάστου ἡρωϊσμοῦ τῶν Ἑλλήνων ἦτο ἡ πίστις εἰς τόν Θεόν καί εἰς τήν δύναμιν τῆς προσευχῆς.

Τό Ἐλληνοχριστιανικόν καί δή τό Ἑλληνορθόδοξον τοῦτο φρόνημα, τό ὁποῖον προβάλλει σήμερον ἡ πανηγυρική αὕτη ἐπέτειος τῆς 28ης Ὀκτωβρίου 1940 ἐθαύμασαν τά ἔθνη καί  οἱ λαοί τῆς γῆς. Καί τοῦτο, διότι οἱ πολέμιοι ἡμῶν «συνεποδίσθησαν καί ἔπεσαν, ἡμεῖς δέ ἀνέστημεν καί ἀνωρθώθημεν», (Πρβλ. Ψαλμ. 19,9).

Ἡ ἐποποιΐα τοῦ 1940 ἀνεγνωρίσθη διεθνῶς ὡς ἐξέχον γεγονός τῆς παγκοσμίου ἱστορίας ἀφ’ ἑνός καί διακεκριμένος σταθμός τῆς ἱστορικῆς πορείας τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους ἀφ’ ἑτέρου. Ἡ ἐποποιΐα τοῦ 1940 κατέδειξε μετά παρρησίας ὅτι «οὐ γάρ ἄδικος ὁ Θεός», (Ἑβρ. 6-10) καί «ἡ δικαιοσύνη αὐτοῦ μένει εἰς τόν αἰῶνα», (Β’ Κορ. 9,9).

Σήμερον ἡ ἀνθρωπότης ἀπειλεῖται ὑπό κεκαλυμμένων μορφῶν τοῦ Ναζισμοῦ καί τοῦ Φασισμοῦ, καί ἀναφερόμεθα εἰς τήν βιαίαν εἰσβολήν τῆς ἰδεολογίας τῆς καλουμένης «Νέας Τάξεως πραγμάτων», ὅπου μία διεθνής ἄρχουσα πολιτικῆς καί οἰκονομικῆς ὁμάς «σκολιῶν καί διεστραμμένων», (Φιλιπ. 2,15), ἀνθρώπων –κατά Παῦλον- ἐπιβάλλουσιν καί νομιμοποιοῦσιν ἐν ὀνόματι τῶν ἀνθρωπίνων δῆθεν δικαιωμάτων τήν νοσηράν ἐθελοθρησκείαν αὐτῶν. Δέν λείπουν καί ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι ἀλλοιώνουν τήν ἱστορικήν ἀλήθειαν, μειώνοντες οὕτω τήν ἠθικήν ἀξίαν τῶν ἰδανικῶν, τά ὁποῖα ἀνέδειξαν τό ἀνεπανάληπτον ἔπος τοῦ 1940.

Διό καί καλούμεθα νά διαφυλάξωμεν τό ἔπος τοῦ 1940 ὡς ἱεράν παράδοσιν διά τάς ἐπερχομένας γενεάς, ἀκούοντες εἰς τό παράγγελμα τοῦ σοφοῦ Παύλου λέγοντος: «Γρηγορεῖτε, στήκετε ἐν τῇ πίστει, ἀνδρίζεσθε, κραταιοῦσθε», (Α΄ Κορ. 16,13). Τήν παρακαταθήκην ταύτην τῆς Ὀρθοδόξου ἡμῶν πίστεως καί ἱερᾶς παραδόσεως ὡς καί πολιτισμικῆς καί ἱστορικῆς κληρονομίας ἐπεσφράγισε τό θυσιαστικόν αἷμα τῶν μαρτύρων καί ἀγωνιστῶν τῆς ἐλευθερίας, ἀλλά καί τό ἀσάλευτον ἐθνικόν Ρωμαιο-Ὀρθόδοξον φρόνημα τοῦ λαοῦ κατά τῶν ἰσχυρῶν στρατιωτικῶν Γερμανικῶν δυνάμεων.

Κατακλείοντες ἀναβοήσωμεν:

Ζήτω τό «Ὄχι» τῆς 28ης Ὀκτωβρίου τοῦ 1940!

Ζήτω τό εὐσεβές Γένος τῶν Ρωμαίων!

Ζήτω ἡ Ἑλλάς!

Ζήτω ἡ Γεραρά Ἁγιοταφιτική ἡμῶν Ἀδελφότης!”.

 Ὁ  Γενικός Πρόξενος τῆς Ἑλλάδος ἀπήντησεν εἰς τό Μήνυμα τοῦ Μακαριωτάτου ὡς ἕπεται:

«Μακαριώτατε,

Σεβασμιώτατοι Αρχιερείς,

Σεβαστοί Πατέρες,

Αγαπητά παιδιά,

Αγαπητοί συνάδελφοι,

Κυρίες και κύριοι,

Με εθνική υπερηφάνεια, οι απανταχού Έλληνες, γιορτάζουμε σήμερα την  επέτειο  της  28ης Οκτωβρίου 1940, εστιακό σημείο μνήμης και τιμής για μία από τις ενδοξότερες στιγμές της σύγχρονης Ιστορίας μας που συμπυκνώνει τις μνήμες, τα βιώματα και τις αξίες που καθοδηγούσαν πάντοτε τον εθνικό μας βίο.

Η σημερινή επέτειος της 28ης Οκτωβρίου 1940, 82 χρόνια από εκείνη την ένδοξη στιγμή που αποτελεί σημείο αναφοράς για τον απανταχού Ελληνισμό, μας δίνει την ευκαιρία να ανακαλέσουμε στη σκέψη και στην καρδιά μας τη γενιά των ανδρών, των γυναικών και των παιδιών που γέμισαν την συλλογική μας Ιστορία με αμέτρητες σελίδες ηρωισμού, αυταπάρνησης και αυτοθυσίας.

Στα βουνά της Ηπείρου, στις χαράδρες της Αλβανίας, στα Οχυρά της Μακεδονίας, στα νερά του Αιγαίου, της Μεσογείου και του Ατλαντικού, στη Μέση Ανατολή, στην κατεχόμενη Ελλάδα, σε  όλα τα «μέρη όπου δεν είχε καθημερινές και σκόλες», σύμφωνα με τον Οδυσσέα Ελύτη, οι Έλληνες, έδωσαν ό,τι πιο πολύτιμο είχαν για να διαφυλάξουν την εθνική μας ανεξαρτησία και ακεραιότητα, διαχρονικά ιδανικά όλων των Αγώνων του Έθνους από το 1821, μέχρι και σήμερα.

O Γιώργος Σεφέρης, αποσπασθείς από το Υπουργείο Εξωτερικών στη Διεύθυνση Εξωτερικού Τύπου στο αρμόδιο υφυπουργείο, κατέγραψε στο ημερολόγιο του την ιστορική εκείνη μέρα, ως ακολούθως: «Κοιμήθηκα δύο το πρωί, διαβάζοντας Μακρυγιάννη. Στις τρεις και μισή μια φωνή μέσα από το τηλέφωνο με ξύπνησε: «Έχουμε πόλεμο». Τίποτε άλλο, ο κόσμος είχε αλλάξει. Η αυγή, που λίγο αργότερα είδα να χαράζει πίσω από τον Υμηττό, ήταν άλλη αυγή: άγνωστη. Περιμένει ακόμη εκεί που την άφησα. Δεν ξέρω πόσο θα περιμένει, αλλά ξέρω πως θα φέρει το μεγάλο μεσημέρι.»

Και το «μεγάλο μεσημέρι» ένωσε και συνέγειρε ολόκληρη την Ελλάδα. Οργανισμοί, φορείς, πνευματικά ιδρύματα, η Εκκλησία, απλοί πολίτες, γέροι, γυναίκες, παιδιά, όλοι συμμετέχουν άμεσα στην τιτάνια προσπάθεια για την ενίσχυση του μετώπου. Όπως γράφει η ιστορικός Μαρίνα Πετράκη: «με ενθουσιασμό και πάθος, που συνδαύλιζαν οι σημαίες, τα πολεμικά εμβατήρια και η φωνή του εκφωνητή στο ραδιόφωνο, [οι Έλληνες] ντύνονται στο χακί και ξεκινούν για το μέτωπο, ωσάν να πηγαίνουν σε γιορτή. Και ήταν πράγματι γιορτή. Η πιο λαμπρή γιορτή της νεότερης ελληνικής Ιστορίας. Αν και είχαν στη διάθεσή τους πέντε ημέρες για να παρουσιαστούν, το ογδόντα τοις εκατό παρουσιάστηκε την πρώτη μέρα».

Ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος Χρύσανθος, σε μήνυμά του την 28η Οκτωβρίου 1940, εμψυχώνει τους Έλληνες, θυμίζοντάς τους τη δύναμη της πίστης και της προσευχής.

«Ἡ Ἐκκλησία πέποιθεν ὅτι τά τέκνα τῆς Πατρίδος, εὐπειθῆ εἰς τό κέλευσμα Αὐτῆς καί του Θεοῦ, θά σπεύσουν ἐν μιᾷ ψυχῇ καί καρδίᾳ ν΄ ἀγωνισθούν ὑπέρ βωμῶν καί ἑστιῶν καί τῆς Ἐλευθερίας καί τιμῆς καί θά συνεχίσουν οὕτω τήν ἀπ’ἀπ’ αἰώνων πολλῶν ἀδιάκοπον σειράν τῶν τιμίων καί ἐνδόξων ἀγώνων [….] Καί μή φοβούμεθα ἀπό τῶν ἀποκτεινόντων τό σῶμα, τήν δέ ψυχήν μή δυναμένων ἀποκτεῖναι, [Ματθ. 10-28]. Ἐπιρρίψωμεν ἐπί Κύριον τήν μέριμναν ἡμῶν καί Αὐτός θά εἶναι βοηθός καί ἀντιλήπτωρ ἐν τῇ ἀμύνῃ κατά τῆς ἀδίκου ἐπιθέσεως τῶν ἐχθρῶν. Οὗτοι ἐν ἅρμασι καί οὗτοι ἐν ἵπποις, ἡμεῖς δέ ἐν ὀνόματι Κυρίου τοῦ Θεοῦ καί ἐν τῇ γενναιότητι καί ἀνδρείᾳ μεγαλυνθησόμεθα.»

Η πολεμική ατμόσφαιρα δημιουργεί μια πρωτοφανή άμιλλα, που παρακινεί και συνεπαίρνει μια τεράστια στρατιά αμάχων στα μετόπισθεν, που πολεμά δίπλα στη στρατευμένη δύναμη της πρώτης γραμμής, δημιουργώντας μια ανεπανάληπτη στιγμή στην ελληνική Ιστορία.

Σε όλους, τους γνωστούς και τους άγνωστους, στρατιώτες και πολίτες, που υπερασπίστηκαν με ηρωισμό, αυταπάρνηση, αυτοθυσία και ανδρεία την εθνική μας αξιοπρέπεια στη διάρκεια του πολέμου και αργότερα, στα χρόνια της σκληρής κατοχής, μέχρι την απελευθέρωση της Ελλάδας. κλίνουμε ευλαβικά το γόνυ.

Ως Έλληνες που έχουμε το προνόμιο και την ευθύνη να εγκαταβιούμε ή να υπηρετούμε στην Αγία Γη, ανακαλούμε, σήμερα, με συγκίνηση, στη μνήμη μας, τους ογδόντα πεσόντες που άφησε η Ελλάδα σ’ αυτά τα χώματα, στη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου,  στα Κοιμητήρια της Χάιφα, της Ρέμλης και στην πόλη της Γάζας.

Το Αεροδρόμιο του Ακίρ, πλησίον της πόλης Ρέμλη, ήταν και η κοιτίδα για την αναγέννηση της Πολεμικής μας Αεροπορίας στη Μέση Ανατολή το Σεπτέμβριο του 1941.

Δεν θα πρέπει, άλλωστε, να λησμονούμε ότι, όταν οι τύχες του Πολέμου εμφανίζονταν αρνητικές για το Συμμαχικό Αγώνα, τα Ιεροσόλυμα και το Γενικό Προξενείο της Μητρός Πατρίδος στην πόλη αυτή απετέλεσαν, από τον Ιούνιο μέχρι και τον Αύγουστο του 1942, την έδρα της Κυβέρνησης της Ελεύθερης Ελλάδας, με τον μακαριστό Πατριάρχη Τιμόθεο, την Αγιοταφιτική Αδελφότητα και τον Ελληνισμό της πόλης, στην πλειοψηφία τους πρόσφυγες Μικρασιάτες να προσφέρουν κάθε δυνατή αρωγή, στον Αντιπρόεδρο της Κυβέρνησης Παναγιώτη Κανελλόπουλο, στα μέλη της Κυβέρνησης, στους αξιωματικούς και στα στελέχη των Ενόπλων μας Δυνάμεων, σε υπηρεσιακούς παράγοντες, μεταξύ των οποίων και ο Γιώργος Σεφέρης και σε πρόσφυγες, από την Αλεξάνδρεια και το Κάιρο, μεταξύ των οποίων και ο συγγραφέας Στρατής Τσίρκας.

Η εθνική επέτειος της 28ης Οκτωβρίου δεν μαρτυρεί απλώς ένα ιστορικό γεγονός, αλλά φανερώνει  τη συλλογική μας ταυτότητα βασισμένη στις πανανθρώπινες αξίες: τη δημοκρατία, την αγάπη για την ελευθερία, την εθνική αξιοπρέπεια, την προσήλωση στην εκτέλεση του καθήκοντος και τη συνειδητοποίηση του χρέους απέναντι στην Ιστορία.

Μακαριώτατε,

Σεβασμιώτατοι Αρχιερείς,

Σεβαστοί Πατέρες,

Αγαπητά παιδιά,

Αγαπητοί συνάδελφοι,

Κυρίες και κύριοι,

Σε καιρούς δύσκολους και ιδιαίτερα συγκρουσιακούς, το Παλαίφατο Πατριαρχείο Ιεροσολύμων και η Αγιοταφιτική Αδελφότητα, μαρτυρούν και ενισχύουν το Αναστάσιμο Μήνυμα και τη διαχρονία της ορθοδόξου Πίστεως μας και της παρουσίας του Ελληνισμού στην Αγία Γη.

Το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων, ως ο κατ’ εξοχήν εκφραστής της Ορθοδόξου πίστεως και της Ελληνικής παραδόσεως παραμένει, ανά τους αιώνες, ζωντανό παράδειγμα θεοφόρου ζωής, πίστεως και ελπίδας και θεματοφύλακας των ηθικών και πνευματικών μας αξιών.

Στην εποχή μας, όπως και σε κάθε άλλη, η εθνική ενότητα και η εγρήγορση, η προσήλωση στις ηθικές και πνευματικές αξίες της ορθόδοξης πίστης μας και στα ιδανικά της ελευθερίας και της δημοκρατίας, αποτελούν βασικά εφόδια για την αποτελεσματική απόκρισή μας στις περιστάσεις.

Η επέτειος της 28ης Οκτωβρίου 1940 μας υπενθυμίζει πως η ομοψυχία, και η ισχυρή θέληση του ελληνικού λαού να διατηρήσει την ελευθερία και την εθνική υπερηφάνειά του, καθόρισαν και την νικητήρια έκβαση του αγώνα αυτού.

Με τις σκέψεις αυτές, καλώ όλους να αναφωνήσουν:

Ζήτω η 28η Οκτωβρίου 1940!

Ζήτω η Ελλάδα!»

Τό ἀπόγευμα τῆς ἰδίας ἡμέρας ἔλαβε χώραν σχολική τελετή εἰς τήν Πατριαρχικήν Σχολήν ἐπί τοῦ λόφου Σιών.

Ἐκ τῆς Ἀρχιγραμματείας




Η ΣΥΓΚΟΜΙΔΗ ΕΛΑΙΟΚΑΡΠΩΝ ΕΙΣ ΤΗΝ ΙΕΡΑΝ ΜΟΝΗΝ ΜΑΡΘΑΣ ΚΑΙ ΜΑΡΙΑΣ ΒΗΘΑΝΙΑΣ

Ἡ ἱστοσελίς τοῦ Πατριαρχείου Ἱεροσολύμων διαβιβάζει τάς εὐχαριστίας τῆς Ἁγιοταφιτικῆς Ἀδελφότητος  πρός τό Ἑλληνικόν Γενικόν Προξενεῖον τῆς Ἑλλάδος εἰς τά Ἱεροσόλυμα διά τήν συνδρομήν αὐτοῦ εἰς τό ἐπίπονον ἔργον τῆς συγκομιδῆς τῶν ἐλαιῶν ἐν τῇ Ἱερᾷ Μονῇ Μάρθας καί Μαρίας τῶν ἀδελφῶν τοῦ Λαζάρου εἰς Βηθανίαν καί παραθέτει τήν κάτωθι ἀποσταλεῖσαν δήλωσιν τοῦ Γενικοῦ Προξένου τῆς Ἑλλάδος κ. Εὐαγγέλου Βλιώρα:

«Τό Γενικό Προξενεῖο τῆς Ἑλλάδος συμμετεῖχε καί φέτος ἐθελοντικά στή μακραίωνη ἐδῶ παράδοση συλλογῆς ἐλαιοκάρπου στήν Ἱερά Μονή Μάρθας καί Μαρίας τοῦ καθ’ ἡμᾶς Πατριαρχείου στή Βηθανία, ὅπου βρίσκεται τό πρῶτο μνῆμα τοῦ Λαζάρου.

 Εὐχαριστοῦμε τήν Α.Θ.Μ. τόν Πατέρα ἡμῶν καί  Πατριάρχη Ἱεροσολύμων κ.κ. Θεόφιλο γιά τήν εὐλογία Του, τόν Πανοσιολογιώτατο Ἀρχιμαδρίτη Ἐπιφάνιο, τήν Ἡγουμένη Γερόντισσα Εὐπραξία καί τίς Μοναχές πού διακονοῦν τό Προσκύνημα αὐτό, γιά τήν ἀπαράμιλλη φιλοξενία τους καί τήν εὐκαιρία πού μᾶς ἔδωσαν νά συνδράμουμε τό ἔργο τους.

 Εὐχαριστίες ἀπευθύνονται, ἐπίσης, στόν Ἐπικεφαλῆς τοῦ Γραφείου Ἀντιπροσώπευσης τῆς Ἀργεντινῆς στή Ραμάλλα στήν οἰκογένειά του, στό προσωπικό τῆς Ἀρχῆς μᾶς καί τά μέλη τῶν οἰκογενειῶν τους καί στούς Ἕλληνες πού διαβιοῦν ἐδῶ ἤ ὑπηρετοῦν σέ Διεθνεῖς Ὀργανισμούς, οἱ ὁποῖοι ἐθελοντικά συμμετεῖχαν στό ἔργο αὐτό».

 Ἐκ τῆς Ἀρχιγραμματείας

 




H ΤΕΛΕΤΗ ΤΩΝ ΕΓΚΩΜΙΩΝ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΕΙΣ ΤΟ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟΝ

Τό Σάββατον, 14ην/27ην Αὐγούστου 2022, Παραμονήν τῆς ἑορτῆς τῆς Κοιμήσεως, ἔλαβε χώραν μετά ἀπό ἀγρυπνίαν εἰς τήν ὁποίαν προεξῆρξεν ὁ Τελετάρχης Ἀρχιμανδρίτης π. Βαρθολομαῖος ἡ τελετή τῶν Ἐγκωμίων τῆς Θεοτόκου, μοναδική τῆς Ἐκκλησίας Ἱεροσολύμων, εἰς Γεθσημανῆν εἰς τόν Ναόν τῆς Κοιμήσεως, ἐν ᾧ τό Θεομητορικόν Μνῆμα.

Διά τήν τελετήν ταύτην μετέβη ἐκ τοῦ Πατριαρχείου ἡ Ἁγιοταφιτική Ἀδελφότης ἐν συνοδείᾳ διά τῆς Ὁδοῦ τοῦ Μαρτυρίου πεζῇ, καί μετά μικράν ἀνάπαυσιν εἰς τό ἡγουμενεῖον, ἤρξατο ἀπό τῆς Αὐλῆς τοῦ Ναοῦ ἡ ὑποδοχή μετά λαμπάδων καί θυμιάματος καί ψαλμῳδίας «Ἐν τῇ γεννήσει τήν παρθενίαν ἐφύλαξας…».

Ἡ τελετή τῶν Ἐγκωμίων ἐτελέσθη εἰς τό κέντρον τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ ἔναντι τοῦ Θεομητορικοῦ Μνήματος, προεξάρχοντος τῆς Α.Θ.Μ τοῦ Πατρός ἡμῶν καί Πατριάρχου Ἱεροσολύμων κ.κ. Θεοφίλου, συνιερουργούντων Αὐτῷ Ἁγιοταφιτῶν Ἀρχιερέων καί Ἱερομονάχων παρουσίᾳ τοῦ Γενικοῦ Προξένου τῆς Ἑλλάδος εἰς τά Ἱεροσόλυμα κ. Εὐαγγέλου Βλιώρα καί συμφώνως πρός τό Τυπικόν αὐτῆς, τό ὁποῖον ὁρίζει αὐτήν εἰς τρεῖς στάσεις:

Α. «Ἡ Ἁγνή ἐν τάφῳ κατετέθης, βαβαί…»

Β. «Ἄξιόν ἐστιν μεγαλύνειν σε τήν Θεοτόκον…»

Γ. «Αἱ γενεαί πᾶσαι ὕμνον τῇ ταφῇ σου προσάγουσι, Παρθένε…»

μετά θυμιάματος εἰς τό ἐσωτερικόν τοῦ Τάφου καί πέριξ τοῦ Ναοῦ ἐσωτερικῶς καί τῶν παρεκκλησίων αὐτοῦ.

Ἅμα τῇ συμπληρώσει τῆς Γ’ στάσεως καί μετά τά Εὐλογητάρια ἐκήρυξε τόν λόγον ὁ Γέρων Ἀρχιγραμματεύς Σεβασμιώτατος Ἀρχιεπίσκοπος Κωνσταντίνης κ. Ἀρίσταρχος, ἔχοντα ὡς ἕπεται:

«Μακαριώτατε Πάτερ καί  Δέσποτα,

Σεβασμία τῶν Ἱεραρχῶν χορεία,

Ἐκλαμπρότατε κ. Γενικέ Πρόξενε τῆς Ἑλλάδος,

Σεβαστοί Πατέρες,

Χριστεπώνυμο πλήρωμα,

 Συνηγμένοι σήμερα, Παραμονή τῆς ἑορτῆς τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου γύρω ἀπό τό σεπτό μνημεῖό της, ἀναμιμνησκόμαστε ὄχι μόνο ὅσα συνδέονται μέ τήν Κοίμησή της ἀλλά καί ὅλα ὅσα ἀπαρχῆς συνδέονται μέ τό ἄχραντο πρόσωπό της. Ἀναμνημονεύομε ὅλα ὅσα παρέλαβε ἀπό ἐκείνη καί ἀπό τούς ἁγίους ἀποστόλους ἡ Ἐκκλησία καί διδάσκει σέ ἐμᾶς διά τῶν ἁγίων Θεοφόρων Πατέρων της. Χαράσσομε ἐκ νέου στή μνήμη μας ὅτι ἡ Θεοτόκος ἦταν δῶρο τοῦ Θεοῦ πρός τούς ἄτεκνους καί θεοσεβεῖς γονεῖς της Ἰωακείμ καί Ἄννα καί πρός τήν ἀνθρωπότητα ὅλη. Ὅτι ἦτο καρπός τῆς φυσικῆς συζυγικῆς συναφείας των καί ὅτι ἡ σύλληψή της δέν ἦταν ἄσπιλος, δέν ἦταν δηλαδή ἀπηλλαγμένη τοῦ Προπατορικοῦ ἁμαρτήματος καί τῶν συνεπειῶν του, πού εἶναι ὁ θάνατος. Ἡ Θεοτόκος ἔφερε ὡς κληρονομία ἀπό τόν Προπάτορα μόνο τό Προπατορικό ἁμάρτημα καί δέν εἶχε καμμία προσωπική ἁμαρτία οὔτε καί διάθεση καί κλίση γι’ αὐτή. Γιά τήν ὑπερβάλλουσα καί ὑπερέχουσα αὐτή τοῦ βίου καθαρότητα, ἁγνότητα καί ἁγιότητα ὁ Θεός τήν ἐπέλεξε, τήν προόρισε νά γίνει δοχεῖο τῆς χάριτός Του. Εὐδοκίᾳ καί προνοίᾳ τοῦ Θεοῦ τριετίζουσα οὖσα ἐφυλάχθη στά Ἅγια τῶν Ἁγίων τοῦ Ναοῦ τοῦ Σολομῶντος καί παρεδόθη ἔπειτα ἀπό τούς  ἱερεῖς στό σώφρονα καί δίκαιο Ἰωσήφ γιά φύλαξη τῆς παρθενίας της.

« Ὅταν ἦλθε τό πλήρωμα τοῦ χρόνου», ὁ Θεός τήν κάλεσε νά γίνει συνεργός Του στό ἔργο τῆς ἀναπλάσεως, ἀναγεννήσεως, ἀνακαινίσεως καί σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου. Τήν προσεφώνησε διά στόματος τοῦ Ἀρχαγγέλου Γαβριήλ στή Ναζαρέτ μέ τήν προσφώνηση πού οὐδείς θνητός ἤκουσε ποτέ, «χαῖρε κεχαριτωμένη» καί τῆς εἶπε ὅτι «συλλήψῃ ἐν γαστρί καί τέξῃ Υἱόν», ὅτι δηλαδή θά γίνει μητέρα τοῦ συνανάρχου μονογενοῦς Υἱοῦ καί Λόγου Του. Στό ἐρώτημά της «πῶς ἔσται τοῦτο, ἐπεί ἄνδρα οὐ γιγνώσκω», ἔλαβε τήν ἀπάντηση ὅτι: «Πνεῦμα Ἅγιον ἐπιλεύσεται ἐπί σέ καί δύναμις Ὑψίστου ἐπισκιάσει σε». Ὅταν μέ ἐμπιστοσύνη, ἐλεύθερη καί ἀδιάκριτη ὑπακοή ἐκείνη ἀπήντησε «ἰδού ἠ δούλη Κυρίου γένοιτό μοι κατά τό ρῆμά Σου», τότε ἐδάνεισε τή σάρκα της στό Θεό, «σύν τῇ ἀσωμάτῳ φωνῇ» ὁ ἀσώματος ἐσωματώθη, ὁ ἄσαρκος ἐσαρκώθη, τό δεύτερο πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, Ἰησοῦς Χριστός ὁ Θεός ἡμῶν, ἐνηνθρώπησε, Θεός ὤν ἔγινε καί ἄνθρωπος, Θεάνθρωπος, «ἐν μιᾷ τῇ ὑποστάσει καί δύο ταῖς φύσεσι, θελήσεσι καί ἐνεργείαις».

Πῶς συνέβη τοῦτο;  «Οὐ φέρει τό μυστήριον ἔρευναν». Πάντως τῇ Θείᾳ δυνάμει καί ἐνεργείᾳ. «Ὡς οἶδεν, ὡς ἠθέλησε καί ὡς ηὐδόκησεν». Συνέβη, ὅπως εἶπεν ὁ Ἄρχάγγελος στήν Παρθένο, «Πνεῦμα Ἅγιον ἐπελεύσεται ἐπί σέ… καί τό γεννώμενον ἅγιον κληθήσεται Υἱός Θεοῦ». Ὅπως βεβαιώνει ὁ Εὐαγγελιστής τῆς ἀγάπης. « Ὁ Λόγος σάρξ ἐγένετο». Ὅπως ἐξ ἀποκαλύψεως μᾶς παραδίδει ὁ Ἀπόστολος τῶν ἐθνῶν, ὅτι «ὁ Θεός ἐξαπέστειλε τόν Υἱόν Αὐτοῦ γενόμενον ἐκ γυναικός, ἐξ ἧς τό κατά σάρκα ὁ Χριστός». Ὅπως ψάλλει ἡ Ἐκκλησία σέ ὅλους τούς ἀριστουργηματικούς ὕμνους τῶν θεοφόρων ποιητῶν ἁγίων Πατέρων της καί κυρίως στό δοξαστήριο γιά τήν Παρθένο ὕμνο τῆς λειτουργίας τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, «ἐπί σοί χαίρει κεχαριτωμένη πᾶσα ἡ κτίσις, ἀγγέλων τό σύστημα καί ἀνθρώπων τό γένος… τήν γάρ σήν μήτραν Θρόνον ἐποίησε καί τήν σήν γαστέρα πλατυτέραν οὐρανῶν ἀπειργάσατο, ἐξ ἧς Θεός ἐσαρκώθη καί παιδίον γέγονεν ὁ πρό αἰώνων ὑπάρχων Θεός ἡμῶν».

Στή βαστάσασα καί κυοφορήσασα τό ὑπερφυές μυστήριο τοῦτο, παρθενία καί μητρότητα δέν ἀντιτίθενται ἀλλήλαις, ἀλλά συναντῶνται καί συζεύγνυνται. Καθώς ψάλλει ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ μελῳδός, στό πρόσωπο τῆς ἀχράντου Παρθένου « νενίκηνται τῆς φύσεως οἱ ὅροι, νικῶνται οἱ ὅροι τῆς φύσεως, παρθενεύει γάρ τόκος», γίνεται γέννησις ἐκ Παρθένου». Παρομοίως οἱ ὅροι τῆ φύσεως νικῶνται καί κατά τήν ἔξοδό της ἐκ τοῦ κόσμου τούτου, γιατί «τῇ ζωῇ προμνηστεύεται θάνατος», ὁ θάνατος μνηστεύεται, ἀρραβωνίζεται τή ζωή», γίνεται «διαβατήριον» γιά τήν αἰώνια ζωή. « Ἡ μετά τόκον Παρθένος, εἶναι καί μετά θάνατον ζῶσα». «Διά τοῦ θανάτου πρός τήν ζωήν μεταβέβηκεν,ἡ τήν ζωήν τεκοῦσα τήν ἐνυπόστατον». Μετά τόν ἐνταφιασμό της «Γεθσημανῇ τῷ χωρίῳ» ἀπό τούς «Θεαρχίῳ νεύματι συναθροισθέντας ἀποστόλους ἐπί τῆ ἀθανάτῳ αὐτῆς Κοιμήσει», ὁ Υἱός της, ὅπως ψάλλει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, «ἀπονέμων αὐτῇ τά ὑπέρ φύσιν, ὅπως ἐν τῷ τίκτειν ἐφύλαξεν αὐτήν Παρθένον, οὕτως καί ἐν τῷ τάφῳ τό σῶμα διετήρησεν ἀδιάφθορον καί συνεδόξασε θείᾳ μεταστάσει».

Τήν ἀλήθεια αὐτή ἐκφράζει καί τό Κοντάκιο τῆς ἑορτῆς τῆς  Κοιμήσεως, «Τήν ἐν πρεσβείαις ἀκοίμητον Θεοτόκον καί προστασίαις ἀμετάθετον ἐλπίδα τάφος καί νέκρωσις οὐκ ἐκράτησε, ὡς γάρ ζωῆς μητέρα πρός τήν ζωήν μετέστησεν ὁ μήτραν οἰκήσας ἀειπάρθενον». Ὁ τάφος ἐφιλοξένησε ἀλλά δέν ἐκράτησε τό Θεοδόχο σκήνωμα τῆς Θεοτόκου. Ἁγιάστηκε ὅμως ἀπό αὐτό καί ἁγιάζεται ἀπό τήν καθ’ ἡμέραν Θεία Λειτουργία , ἡ ὁποία προσφέρεται ἐπ’ αὐτοῦ. Στόν τάφο τοῦτο, τόν ὁποῖο ὡς τιμαλφές προσκυνηματικό κειμήλιο διαφυλάσσει διά μέσου τῶν αἰώνων τό Πατριαρχεῖο Ἱεροσολύμων καί ἡ Ἁγιοταφιτική Ἀδελφότης, μᾶς προτρέπει νά σπεύσωμε ὁ κατ’ ἐξοχήν ὑμνητής Πατήρ  τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, «Δεῦτε οἱ πιστοί τῷ τάφῳ προσέλθωμεν τῆς Θεομήτορος καί περιπτυξώμεθα καρδίας χείλη ὄμματα μέτωπα, εἰλικρινῶς προσάπτοντες καί ἀρυσώμεθα ἰαμάτων ἄφθονα χαρίσματα».

Παρόμοια καί ἐμεῖς στήν αὐριανή «εὔσημον κλητήν ἡμέραν τῆς μεταστάσεως», ὅπως τήν ὀνομάζει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός,  καί στή σημερινή κατανυκτική ἐξόδιο τελετή αὐτή, τῆς ὁποίας προΐσταται ὁ Προκαθήμενος τῆς Σιωνίτιδος Ἐκκλησίας Μακαριώτατος Πατριάρχης Ἱεροσολύμων κ. Θεόφιλος, ἄς γονατίσωμε εὐλαβικά πρό τοῦ κενοῦ Θεομητορικοῦ μνημείου καί ἄς προσευχηθοῦμε στή μεταστάσα στούς οὐρανούς πρό τῆς κοινῆς Ἀναστάσεως καί καθημένη ἐκ δεξιῶν τοῦ Σωτῆρος καί ἔχουσα παρρησία πρός Αὐτόν νά πρεσβεύει ὑπέρ ἀφέσεως τῶν ἁμαρτιῶν μας, ὑπέρ καθάρσεως τῶν ψυχῶν μας ἀπό τῶν προσωπικῶν παθῶν μας, ὑπέρ ἰάσεως τῶν ἀθενειῶν μας, ὑπέρ θεραπείας τῶν πληγῶν τοῦ σώματος τῆς Ἐκκλησίας καί τῶν πληγῶν τῶν Ὀρθοδόξων κρατῶν, ὑπέρ ἀγαθῆς καταστάσεως τοῦ σύμπαντος κόσμου, ὑπέρ εἰρηνεύσεως τῆς Μέσης Ἀνατολῆς, ὑπέρ παύσεως τῶν ἀδίκως ἀνά τόν κόσμο διεξαγομένων ἀπηνῶν καταστροφικῶν θανατηφόρων πολέμων, ὑπέρ ἀναπαύσεως τῶν ψυχῶν τῶν κεκοιμημένων θυμάτων αὐτῶν, ὑπέρ προστασίας καί ἀνακουφίσεως τῶν ἐν ζωῇ θυμάτων αὐτῶν, πληγωμένων, ἀστέγων, ἐκτοπισμένων καί προσφύγων καί ὑπέρ μετατροπῆς τῆς γῆς καί πάλιν σέ παράδεισο, στόν ὁποῖο θά εἶναι ἐμφανεῖς οἱ καρποί τῆς προσευχῆς, «ἐλθέτω ἡ βασιλεία Σου, γεννηθήτω τό θέλημά Σου». 

Ἠκολούθησαν οἱ Αἶνοι, ἡ Δοξολογία καί ἡ περιφορά τοῦ Ἐπιταφίου ἄνω ἐς τήν εἴσοδον τοῦ Ναοῦ, ἡ δέησις καί ἡ τοποθέτησις αὐτοῦ πρό τοῦ Θεομητρικοῦ Μνήματος, πρό τῆς εἰκόνος τῆς Πλατυτέρας Ἱεροσολυμιτίσσης, ἄχρι τῆς Ἀποδόσεως ἑορτῆς τῆς Κοιμήσεως, τήν 23ην Αὐγούστου.

Μετά τήν τελετήν ὁ ἡγούμενος Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Ἑλενουπόλεως κ. Ἰωακείμ παρέθεσε νηστήσιμον κέρασμα ἀναψυχῆς ἐκ σταφυλῶν καί ἄλλων ὀπωρῶν εἰς τό ἡγουμενεῖον.

Ἐκ τῆς Ἀρχιγραμματείας




Η ΕΟΡΤΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΧΟΖΕΒΙΤΟΥ

Τήν Tετάρτην, 28ην Ἰουλίου/ 10ην Αὐγούστου 2022, ἑωρτάσθη ἡ μνήμη τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Νέου Χοζεβίτου, τοῦ ἐκ Ρουμανίας, εἰς τήν Ἱεράν Μονήν τῆς μετανοίας αὐτοῦ Ἁγίου Γεωργίου καί Ἰωάννου τῶν Χοζεβιτῶν.

Τόν ὅσιον Ἰωάννην ἐνέταξεν εἰς τό Ἁγιολόγιον αὐτῆς ἡ Ἐκκλησία τῶν Ἱεροσολύμων διά Συνοδικῆς ἀποφάσεως αὐτῆς καί δι’ εἰδικῆς τελετῆς ἁγιοκατατάξεως εἰς τήν Ἱεράν Μονήν Χοζεβᾶ τήν 18ην / 31ην  Ἰανουαρίου τοῦ ἔτους 2016, ὁριζομένης τῆς 28ης Ἰουλίου ὡς ἡμέρας  τῆς μνήμης αὐτοῦ.

Κατά τό ἔτος τοῦτο ἡ μνήμη τοῦ ὁσίου Ἰωάννου ἑωρτάσθη εἰς ὁλονύκτιον ἀγρυπνίαν, τῆς ὁποίας προεξῆρξεν ἡ Α.Θ.Μ. ὁ Πατήρ ήμών καί Πατριάρχης Ἱεροσολύμων κ.κ. Θεόφιλος, συλλειτουργούντων Αὐτῷ τοῦ Σεβασμιωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Κωνσταντίνης κ. Ἀριστάρχου, τῶν Ἱερομονάχων Γέροντος Καμαράση Ἀρχιμανδρίτου π. Νεκταρίου, τῶν Ἀρχιμανδριτῶν Ἰωάννου καί Ἀβραάμ τοῦ Πατριαρχείου τῆς Ρουμανίας, τοῦ Ἱερομονάχου τῆς Μονῆς Ἀρχιμανδρίτου π. Χρυσογόνου, τοῦ Ἀρχιδιακόνου π. Μάρκου, ψαλλόντων τῶν μοναχῶν τῆς Ἀδελφότητος.

Εἰς τό Κοινωνικόν τῆς θείας Λειτουργίας ὡμίλησεν ἡ Α.Θ.Μ. διά τῆς κάτωθι προσφωνήσεως Αὐτοῦ:

«Φῶς ἀνέτειλε τῷ δικαίῳ καί τοῖς εὐθέσι τῇ καρδίᾳ εὐφροσύνη» (Ψαλμ. 96,11), ἀναφωνεῖ ὁ ψαλμῳδός.

Σεβαστοί Ἅγιοι Πατέρες καί ἀδελφοί,

Εὐλαβεῖς προσκυνηταί,

Ἡ θεία καί χάριτος ἔμπλεως μνήμη τοῦ Ὁσίου Πατρός ἡμῶν Ἰωάννου τοῦ Νέου Χοζεβίτου, συνήγαγε πάντας ἡμᾶς ἐν τῇ Ἱερᾷ Μονῇ ταύτῃ, ἵνα εὐχαριστιακῶς δοξάσωμεν τόν δοξάσαντα τόν ὅσιον αὐτοῦ κατά τό εἰρημένον ὑπό τοῦ σοφοῦ Παύλου: «οὕς δέ ἐδικαίωσε, τούτους καί ἐδόξασε», (Ρωμ. 8,30).

Ὁ Πατήρ ἡμῶν Ἰωάννης, κινούμενος ἀπό τόν ἱερόν πόθον διά τήν ζωήν τῆς ἐρήμου, ἐγκατέλιπε τήν πατρίδα αὐτοῦ Ρουμανίαν καί κατεσκήνωσεν ἐν τῇ ἐρήμῳ τοῦ Ἰορδάνου, ἔνθα καί τά ἀσκητήρια τῆς Μονῆς τοῦ Ἁγίου Γεωργίου τοῦ Χοζεβίτου. «Ἐγώ», λέγει ὁ ὅσιος Ἰωάννης, «δέν ἤθελα ἀξιώματα, οὔτε πλοῦτο ἐπεθύμησα. Μόνο τόν πόθο γιά τήν ἔρημο τόν εἶχα πάντα μέσα μου σάν φλόγα».

Τήν ἄσβεστον ταύτην φλόγα τοῦ πόθου αὐτοῦ ὑπέκαιον οἱ Δαυϊτικοί λόγοι: «Οἱ ὀφθαλμοί μου ἐξέλιπον εἰς τό σωτηριόν σου καί εἰς τό λόγιον τῆς δικαιοσύνης σου. Ποίησον μετά τοῦ δούλου σου κατά τό ἔλεός σου καί τά δικαιώματά σου δίδαξόν με», (Ψαλμ. 118,123-124). Μέ ἄλλα λόγια ὁ Ὅσιος Ἰωάννης κατέφυγεν εἰς τήν ἔρημον ἐπιζητῶν τήν σωτηρίαν αὐτοῦ, τόσον διά τῆς αὐστηρᾶς ἀσκήσεως, ὅσον καί διά τῆς μελέτης τοῦ νόμου τοῦ Θεοῦ, τοὐτέστιν τῶν θείων Γραφῶν, ἐπικαλούμενος τόν θεσπέσιον Παῦλον λέγοντα: «ἀλλά μενοῦνγε καί ἡγοῦμαι πάντα ζημίαν εἶναι διά τό ὑπερέχον τῆς γνώσεως Χριστοῦ ᾿Ιησοῦ τοῦ Κυρίου μου, δι’ ὃν τά πάντα ἐζημιώθην, καί ἡγοῦμαι σκύβαλα εἶναι ἵνα Χριστόν κερδήσω … τοῦ γνῶναι αὐτόν καί τήν δύναμιν τῆς ἀναστάσεως αὐτοῦ καί τήν κοινωνίαν τῶν παθημάτων αὐτοῦ, συμμορφούμενος τῷ θανάτῳ αὐτοῦ, εἴ πως καταντήσω εἰς τήν ἐξανάστασιν τῶν νεκρῶν», (Φιλιπ. 3,8-11).

Ὁ ὅσιος ἡμῶν Ἰωάννης ἐπέτυχε τῆς σφοδρᾶς αὐτοῦ ἐπιθυμίας, ἵνα κερδήσῃ τόν Χριστόν, ἀλλά καί νά γνωρίσῃ τήν δύναμιν τῆς Ἀναστάσεως Αὐτοῦ. Τό γεγονός τοῦτο καταδείκνυται καί ἐκ τοῦ πρό τῶν ὀφθαλμῶν ἡμῶν κειμένου Τιμίου καί Ἀφθάρτου αὐτοῦ λειψάνου, ὡς καί τῆς ἐκ τούτου  τοῦ λειψάνου ἀναβλυζούσης ἰαματικῆς εὐωδίας. Ἐπιπλέον δέ τό γεγονός τοῦτο, δηλονότι τῆς ἀφθαρσίας καί ἁγιωσύνης τοῦ λειψάνου τοῦ Ὁσίου Πατρός ἡμῶν Ἰωάννου ἀποτελεῖ ἀπάντησιν εἰς τήν προσευχήν τοῦ ψαλμῳδοῦ λέγοντος: «Δεῖξον ἡμῖν  Κύριε τό ἔλεός σου καί τό σωτήριόν σου δώῃς ἡμῖν», (Ψαλμ. 84,8).

Ὁ ἐκλεκτός δοῦλος τοῦ Θεοῦ Ἰωάννης, διά τοῦ ἀσκητικοῦ αὐτοῦ ἀγῶνος ἐν τῇ ἐρήμῳ ἀλλά καί διά τοῦ κηρυγματικοῦ γραπτοῦ αὐτοῦ λόγου ἀνεδείχθη ὡς οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι, εἰλικρινής καί τέλειος ἐργάτης τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ. Λέγομεν τοῦτο, διότι ὁ Θεῖος Πατήρ ἡμῶν διά μέσου ἡμῶν τῶν ἀνθρώπων καί συγκεκριμένως τοῦ Ὁσίου Ἰωάννου φανερώνει τήν εὐωδίαν τῆς δυνάμεως τῆς γνώσεως αὐτοῦ εἰς κάθε τόπον, ὡς κηρύττει ὁ Θεῖος Παῦλος λέγων: «Τῷ δέ Θεῷ χάρις τῷ πάντοτε θριαμβεύοντι ἡμᾶς ἐν τῷ Χριστῷ καί τήν ὀσμήν τῆς γνώσεως αὐτοῦ φανεροῦντι δι᾿ ἡμῶν ἐν παντί τόπῳ·» (Β΄ Κορ. 2,14).

Ὄντως, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί,  ὁ ἱερός οὗτος τόπος τοῦ Χοζεβᾶ, ὁ ἀναδείξας πλειάδα ἁγίων καί ὁσίων ἀσκητῶν καί πνευματοφόρων Πατέρων, κατέστη τόπος, ἔνθα ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ καί Υἱός τῆς ἀειπαρθένου καί ὑπερευλογημένης Θεοτόκου Μαρίας, Κύριος δέ ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός φανερώνει «τήν ὀσμήν τῆς γνώσεως Αὐτοῦ», (Β΄ Κορ. 2,14).

Διό καί ἡμεῖς, οἱ τιμῶντες τήν μνήμην τοῦ Ὁσίου Αὐτοῦ ἀναβοῶμεν μετά τοῦ θείου Παύλου λέγοντες: «Ὤ βάθος πλούτου καί σοφίας καί γνώσεως Θεοῦ!  ὡς ἀνεξερεύνητα τά κρίματα αὐτοῦ καί ἀνεξιχνίαστοι αἱ ὁδοί αὐτοῦ», (Ρωμ. 11,33).

Ἱκετεύσωμεν δέ τόν Θεόν, τόν ἐνεργοῦντα τά πάντα τοῖς πᾶσι» (Πρβλ. Α΄ Κορ. 12,6), ἵνα ὁ ἀναστάς ἐκ νεκρῶν Κύριος ἡμῶν Χριστός, ὁ ἀληθινός Θεός, διά τῶν πρεσβειῶν τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου καί τοῦ σήμερον ἑορταζομένου Ὁσίου Πατρός ἡμῶν Ἰωάννου τοῦ Χοζεβίτου κατευθύνῃ τάς καρδίας ἡμῶν εἰς τήν ἀγάπην τοῦ Θεοῦ καί εἰς τήν ὑπακοήν τοῦ Χριστοῦ (Πρβλ. Β΄ Θες. 3,5) καί εἰς τήν κοινωνίαν τῆς δόξης Αὐτοῦ. Ἀμήν. Ἔτη πολλά».

Εἰς τήν ὑποδοχήν  τῆς Α.Θ.Μ. ὁ ἡγούμενος καί ἀνακαινιστής τῆς Μονῆς Ἀρχιμανδρίτης π. Κωνσταντῖνος προσφώνησε διά τῆς κάτωθι προσφωνήσεως αὐτοῦ:

«Μακαριώτατε Πάτερ καί Δέσποτα μετά τῆς Τιμίας Ὑμῶν Συνοδείας,

 Ἑορτάζομεν καί πάλιν τήν μνήμην τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Νέου Χοζεβίτου, οὗ τό ἄφθορον Σκῆνος ἀποτεθησαύρισται ἐν τῇ Ἱερᾷ Moνῇ Χοζεβᾶ, καταφύγιον καί παραμυθία πάντων ἡμῶν.

Χαλεποί τῷ ὄντι οἱ καιροί καί ἀδήριτος ἡ ἀνάγκη ἐρεισμάτων καί προτύπων πνευματικῶν. Τοιοῦτον πρότυπον καί ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Νέος Χοζεβίτης, ὁ ὁποῖος καθ’ ὅλην τήν διάρκειαν τοῦ βίου ἐχαρακτηρίζετο ὑπό τῆς θεμελιωδεστέρας ἀρετῆς τῶν Μοναχῶν: τῆς ὑψοποιοῦ Ταπεινώσεως!

Καί πλείστας ὅσας ἀρετάς διαθέτων, οὐδέποτε ὑπερηφανεύθη, κατά τό τοῦ Χρυσοστόμου λόγιον: «Τοῦτο γάρ ἐστί ταπεινοφροσύνη, ὅταν τίς ἀφορμάς ἔχων τοῦ ἐπαίρεσθαι, καταστέλλῃ ἑαυτόν καί ταπεινοῖ καί μετριάζῃ» (Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου Ὁμιλίαι εἰς τήν Γένεσιν ΒΕΠΕΣ σ.167,29 τομ. 92).

Ἐφαρμόζων δέ, τό «οὐδέ ἐλάττους ἡμῶν εἶναι τινάς νομίσομεν, ἀλλά πάντας ἀνθρώπους ὑπερβαίνειν ἡμᾶς» (Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου Ὁμιλίαι εἰς τήν Γένεσιν ΒΕΠΕΣ σ.167,24 τομ. 92) εὕρηκε τόν πολύτιμον Μαργαρίτην, τόν Κύριον Ἰησοῦ Χριστόν! 

Τά ἀνωτέρω στοιχεῖα ἐμφανῶς διαφαίνονται χαρακτηρίζοντα τόν Ἅγιον, εἰς ἐπιστολήν πρός τινά Ἁγιορείτην Μοναχόν ἐν ἔτει 1957. Ἔγραφε μεταξύ ἄλλων:

«Ἔλαβα τήν ἀδελφική σου ἐπιστολή, ἀλλά ἡ κατάστασή μου δέν μοῦ ἐπέτρεψε νά σοῦ ἀπαντήσω… Σέ παρακαλῶ νά μέ συγχωρέσεις, γιατί ἐκτός ἀπό τήν ἀσθένειά μου συνήργησε σέ αὐτό κι ἡ ἀμέλεια μου!… Ἀπορῶ ὅμως πῶς ἀπό τά ὕψη τῶν ὀρέων τῶν πνευματικῶν κατέβηκες τόσο χαμηλά, ὡς τήν πτωχεία μου, γιά νά ὠφεληθεῖς! Πτωχός καί πένης εἶμαι, ἀδελφέ! Ἄκαρπος πέρασα ὅλη μοῦ τή ζωή!… Γιά τόν κόπο ὅμως καί τήν προθυμία πού ἔχεις, θά σοῦ γράψω ἐκεῖνα πού λέω ἐγώ καί στόν ἑαυτό μοῦ πάντοτε… Πούλησε πρῶτα ὅ,τι ἔχεις, θυσίασε ὁποία ἱκανότητα (νομίζεις ὅτι ἔχεις) καί σβῆσε ὅ,τι ξέρεις ἐκτός τῆς ἁγίας ἡμῶν Πίστεως! Κι ἀγόρασε τό χωράφι πού ἔχει μέσα τόν θησαυρό! Τό «χωράφι»,  ἀδελφέ μου, εἶναι ἡ καθαρή σάν τοῦ βρέφους καρδιά, ἡ ἀκακία καί ἡ ἁπλότης τοῦ Κυρίου. Περιχαράκωσέ την καλά κι ἔπειτα σκάβε ἐκεῖ συνεχῶς μέ τή Μάχαιρα τοῦ Πνεύματος. Ἄν τό χῶμα εἶναι σκληρό, βρέχε τό τακτικά μέ τό ὕδωρ τῶν δακρύων καί τῶν ἱδρώτων, ὥσπου νά μαλακώσει! Καί τότε θά φανεῖ ὁ θησαυρός. Ἡ καρδιακή προσευχή! Πρόσεχε, μήν τή βγάλεις στήν ἐπιφάνεια, διότι ἐξαφανίζεται! Ὁ νοῦς σου μόνο νά ἐντρυφᾶ, νά λαμπρύνεται καί νά  ὑψώνεται μυστικῶς ἐκεῖ ὅπου θέλει ἡ ψυχή σου!… Συγχώρεσέ με, ἀδελφέ, καί βοήθει μοι μέ τήν ἁγία σοῦ εὐχή, διότι πολύ ἀδύνατος εἶμαι, ψυχικῶς καί σωματικῶς».

Μακαριώτατε Πάτερ καί Δέσποτα,

Εὔχεσθε ὅπως, διά πρεσβειῶν τῆς Ὑπεραγίας Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου τῆς Χοζοβιωτίσσης καί τοῦ σήμερον τιμωμένου Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Νέου, βιώσωμεν καί ἡμεῖς τήν ὑψοποιόν Ταπείνωσιν καί ἀξιωθῶμεν τῆς ἀλήκτου τρυφῆς τοῦ Παραδείσου, δι’ εὐχῶν τῶν ἁγίων τῆς Ὑμετέρας Μακαριότητος, Ἀμήν!”

Ὁ π. Κωνσταντῖνος ἐπέδωσεν εἰς τήν ἱστοσελίδα τοῦ Πατριαρχείου καί τήν κάτωθι λεπτομερῆ βιογραφίαν τοῦ Ἁγίου, συμπληροῦσαν τό κείμενον τῆς ἁγιοκατατάξεως αὐτοῦ, καί ἀναρτωμένη καί ἐκεῖ διά τούς ἐνδιαφερομένους νά ἀναγνώσουν ταύτην:

Η ΗΜΕΡΑ ΤΗΣ ΑΓΙΟΚΑΤΑΤΑΞΕΩΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΧΟΖΕΒΙΤΟΥ ΕΙΣ ΤΗΝ ΙΕΡΑΝ ΜΟΝΗΝ ΧΟΖΕΒΑ.

καί ὠφεληθοῦν ἐξ αὐτῆς, ἡ ὁποία ἔλαβε χώραν τήν 18ην / 31ην  Ἰανουαρίου τοῦ ἔτους 2016:

«Βιογραφία Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Νέου Χοζεβίτου

 Ὁ κατά κόσμον Ἠλίας Ἰακώβ γεννήθηκε στό χωριό Χωροντίστεα, νομοῦ Μποντοσάνι τῆς Ρουμανίας τό ἔτος 1913 ἀπό τόν Μάξιμο καί τήν Αἰκατερίνη. Λόγω τοῦ ὅτι ἔμεινε ὀρφανός κι ἀπ’ τούς δύο γονεῖς, τόν ἀνέθρεψε ἕως 11 ἐτῶν ἡ εὐλαβεστάτη γιαγιά του Μαρία, ἡ ὁποία ἐνστάλαξε στήν  παιδική ψυχή τά Θεῖα Διδάγματα. Μετά τήν κοίμησή της, πέρασε στήν  κηδεμονία ἑνός θείου καί ἔζησε σκληρά παιδικά χρόνια μέσα στήν  περιφρόνηση καί τή στέρηση, ἀλλά μέ τήν ἐλπίδα σταθερῶς προσανατολισμένη στόν Κύριο Ἰησοῦ, τόν Ὁποῖο μάλιστα εἶδε ὀφθαλμοφανῶς τό Πάσχα τοῦ 1927, ὅταν ἀπαρηγόρητος ἔκλαιγε στόν τάφο τῶν γονέων του. Ὁ Κύριος μέ γλυκεῖα φωνή τοῦ εἶπε:

«Μήν κλαῖς παιδί μου καί μήν στεναχωριέσαι,  διότι νά, εἶμαι μαζί σου. Ὁ Χριστός Ἀνέστη!»

Φιλομαθής καί εὐφυής, μετά ἀπό ἑπταετεῖς σπουδές- σέ συνθήκες ἀπίστευτης ἔνδειας – τό 1932 πῆρε τό ἀπολυτήριο τοῦ Λυκείου μέ ἄριστα. Μεταξύ τῶν δύο ἐπιλογῶν: συνέχισις σπουδῶν στή Θεολογία, ἤ προσχώρησις στίς Μοναχικές τάξεις, ὁ ἱερός πόθος τοῦ Μοναχισμοῦ, κατόπιν Θείας Προτροπῆς, ὑπερίσχυσε. Ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ ὁδήγησε τά βήματά του τό 1933 στή Μονή Νέαμτς, ὅπου καί ἐκάρη ρασοφόρος μοναχός τό 1936, Ἰωάννης μετονομασθείς. Φλογερή ἐπιθυμία νά προσκυνήσει τόν Πανάγιο καί Ζωοδόχο Τάφο, τόν ὁδήγησε τό ἴδιο ἔτος στήν  Ἱερουσαλήμ, ὅπου μέ τήν εὐλογία τοῦ μακαριστοῦ Πατριάρχου Ἱεροσολύμων κυροῦ Δαμιανοῦ, κοινοβίασε ἐπί δεκαετίαν στή Λαύρα τοῦ Ἁγίου Σάββα. Πρότυπο Ὑποτακτικοῦ, ἐπεδόθη σέ Μοναχικούς ἀγῶνες καί κατόπιν εὐλογίας ἐγκαταβίωσε ἐπί ἑπταετίαν (1947-1952) στή Ρουμανική Σκήτη τοῦ Τιμίου Προδρόμου στόν Ἰορδάνη, κάτω ἀπό ἰδιαίτερα ἀντίξοες συνθῆκες διαβιώσεως.

Τῆς μεταβάσεώς του στόν Ἰορδάνη, προηγήθηκε ἡ εἰς Διάκονον καί ἡ εἰς Πρεσβύτερον χειροτονία του, βάσει τοῦ σωζομένου στό Ἀρχεῖο τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Χοζεβᾶ χειροτονητηρίου του. Τήν χειροτονία του εἶχε εἰσηγηθεῖ ὁ Ἀρχιμανδρίτης Βικτωρῖνος, προϊστάμενος τῆς Ρουμανικῆς Ἀντιπροσωπίας στά Ἱεροσόλυμα πρός τόν Πατριάρχη Ρουμανίας Νικόδημο. Ἐκεῖνος, μέ τήν σειρά του, ἔθεσε τό αἴτημα στόν Πατριάρχη Ἱεροσολύμων Τιμόθεο Α’, ὁ Ὁποῖος καί τό ἀπεδέχθη. Ἡ πρώτη ἐτελέσθη τήν 21η Ἀπριλίου 1947 στόν Πανάγιο καί Ζωοδόχο τοῦ Κυρίου Τάφο ὑπό τοῦ Ἱερωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Νεαπόλεως κ. Παντελεήμονος καί ἡ δευτέρα τήν 28η Ἀπριλίου 1947 ὑπό τοῦ Ἱερωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Φιλαδελφείας κ. Ἐπιφανίου.

Ἐκδιωχθείς ἐκ τῆς Ρουμανικῆς Σκήτεως τοῦ Ἰορδάνου, ὡς φιλέρημος ἀηδών τό 1952 ἐγκαταστάθηκε μέ τόν συνασκητή τοῦ π. Ἰωαννίκιο (ἐπίσης Ρουμανικῆς καταγωγῆς) στή Λαύρα τοῦ Χοζεβᾶ ἐπί ἕνα ἔτος καί ἕξι μῆνες. Ἀκολούθως, ἐπιζητώντας τήν πλήρη μόνωση γιά νά ἐπιδοθεῖ σέ ἀκόμη ἀνώτερους πνευματικούς ἀγῶνες, μετέβη μόνος στήν ἀνήκουσα στό Χοζεβᾶ, Σκήτη τῆς Ἁγίας Ἄννης.  Μόνον  «Κύριος οἶδεν» τί βίωσε καί ποίων ἐμπειριῶν ἀξιώθηκε ὁ Ἅγιος ἐκεῖ, «μόνος μόνῳ Θεῷ». Κάθε Κυριακή μετέβαινε στό Κοινόβιο γιά νά συμμετάσχει στήν  Θεία Λειτουργία καί νά λάβει τά ἀπολύτως ἀπαραίτητα τρόφιμα, τά ὁποῖα ἡ ἀγάπη τῶν Χοζεβιτῶν Πατέρων τοῦ προσέφερε. Ὁ ἴδιος ἔκρυπτε ἐπιμελῶς τούς ἀσκητικούς τοῦ ἀγῶνες, ἐπιλέγοντας τόν τρόπο ζωῆς τῶν παλαιῶν Ἀββάδων, τό «λάθρᾳ βιώσας». Ὡς ἄριστος γνώστης τῆς Ἑλληνικῆς, ἐντρυφήσας στά Πατερικά κείμενα, μετέφρασε ἱκανό ἀριθμό θεοπνεύστων ἔργων στά Ρουμανικά (γιά πρώτη φορά ἐξεδόθησαν τό 1968) καί μάλιστα τῶν Χαιρετισμῶν τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου. Διαθέτοντας ἐξ ἄλλου ποιητικό τάλαντο, ἄφησε πλούσια ποιητική συλλογή, ἐξαιρέτου ὕψους νοημάτων, τό μεγαλύτερο τμῆμα τῶν ὁποίων ἔχει μεταφραστεῖ στά Ἑλληνικά.

Τήν 5η Αὐγούστου 1960 ἐκοιμήθη σέ ἡλικία μόλις 47 ἐτῶν, λόγω τῆς κλονισμένης ὑγείας του. Ἡ κοίμησίς του, τήν ὁποία εἶχε προεῖπει, ὑπῆρξε ὁσιακή. Λίγα ἀκριβῶς λεπτά μετά τήν Θεία Κοινωνία, ὅπως περιέγραψε αὐτόπτης μάρτυς, ὁ ἤδη μακαριστός π. Βασίλειος Βακρᾶς. Τόν Ὀκτώβριο τοῦ 1979, κατόπιν θαυμαστῶν σημείων, τό Σκῆνος του εὑρέθη ἄφθορο ὑπό τοῦ Ἡγουμένου τῆς Μονῆς Χοζεβᾶ, μακαριστοῦ Ἀρχιμανδρίτου π. Ἀμφιλοχίου. Τήν 28η Ἰουλίου 1980, σεπτῇ Πατριαρχικῇ εὐλογίᾳ τοῦ Πατριάρχου Ἱεροσολύμων κυροῦ Βενεδίκτου, τό ἄφθορο Σκήνωμά του μετεφέρθη ἀπό τήν Σκήτη στήν  Ἱερά Μονή, ὅπου καί φυλάσσεται σήμερα στό Καθολικό, ὡς θησαυρός πολύτιμος καί πηγή πλείστων θαυμάτων! Δόξα καί πλοῦτος τῶν Χοζεβιτῶν Πατέρων, τῶν Ἁγιοταφιτῶν ἐν γένει, ἀλλά καί ὁλοκλήρου τῆς στρατευομένης Ἐκκλησίας!

Τήν Κυριακή 18η /31η Ἰανουαρίου 2016, ἔλαβε χώρα ἡ ἔνταξίς του εἰς τό Ἁγιολόγιον, εἰς πανηγυρικήν Θείαν Λειτουργίαν, τῆς ὁποίας προεξῆρξεν ἡ Α.Θ.Μ. ὁ Πατήρ ἡμῶν καί Πατριάρχης Ἱεροσολύμων κ.κ. Θεόφιλος.

Ἡ μνήμη τοῦ ἑορτάζεται τήν 28η Ἰουλίου/10η Αὐγούστου, ἡμέρα τῆς ἀνακομιδῆς τοῦ τιμίου Σκήνους του».

Τήν θείαν Λειτουργίαν ἠκολούθησε μοναστηριακή τράπεζα.

Ἐκ τῆς Ἀρχιγραμματείας

 

 




Η ΕΟΡΤΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΝΤΩΝ ΕΙΣ ΤΟ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟΝ

Ἡ Κυριακή, 6η/ 19η Ἰουνίου 2022, τελευταία τοῦ κύκλου τοῦ Πεντηκοσταρίου, ἑωρτάσθη ὑπό τοῦ Πατριαρχείου ὡς Κυριακή τῶν Ἁγίων Πάντων, ὅλων δηλαδή τῶν Ἁγίων Πατριαρχῶν τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, Προφητῶν, Ἀποστόλων, Μαρτύρων, Ὁμολογητῶν, Κηρύκων, Εὐαγγελιστῶν, Ἐγκρατευτῶν, καρποῦ τῆς Χάριτος καί τῆς δυνάμεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τοῦ ἐπιδημήσαντος κατά τήν ἡμέραν τῆς Ἁγίας Πεντηκοστῆς.

Ἡ ἑορτή αὐτή ἑωρτάσθη ὑπό τοῦ Πατριαρχείου εἰς τό παρεκκλήσιον τῶν Ἁγίων Πάντων, τό εὑρισκόμενον ἐντός τῆς Ἱερᾶς Μονῆς τῆς Παναγίας Σεϊδανάγιας.

Ἑωρτάσθη δι’ Ἑσπερινοῦ ἀφ’ ἑσπέρας καί θείας Λειτουργίας τήν πρωΐαν, προεξάρχοντος τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Καπιτωλιάδος κ. Ἡσυχίου, συλλειτουργούντων αὐτῷ τοῦ Ἀρχιμανδρίτου π. Κλαυρίου, τοῦ Ἀρχιμανδρίτου π. Ἱερωνύμου, τοῦ Ἀραβοφώνου Πρεσβυτέρου Νεκταρίου, καί τοῦ Ἱεροδιακόνου π. Εὐλογίου, ψάλλοντος τοῦ Τυπικάρη τοῦ μοναστηριακοῦ Ναοῦ Ἁγίων Κωνσταντίνου καί Ἑλένης Ἀρχιμανδρίτου π. Ἀλεξίου καί τοῦ  Ἱεροδιακόνου π. Δοσιθέου δεξιά ἑλληνιστί καί τοῦ κ. Ριμόν Κάμαρ τῆς χορῳδίας τοῦ Ἁγίου Ἰακώβου τοῦ Ἀδελφοθέου ἀριστερά ἀραβιστί καί μετέχοντος εὐσεβοῦς ἐκκλησιάσματος ἐκ μοναζουσῶν καί λαϊκῶν πιστῶν, Ἀραβοφώνων, Ἑλληνοφώνων, Ρωσοφώνων καί Ρουμανοφώνων παρουσίᾳ τοῦ Γενικοῦ Προξένου τῆς Ἑλλάδος εἰς Ἱεροσόλυμα κ. Εὐαγγέλου Βλιώρα.

Διαρκούσης τῆς θείας Λειτουργίας ἐπεσκέφθη διά προσκύνησιν ὁ Μακαριώτατος Πατήρ ἡμῶν καί Πατριάρχης Ἱεροσολύμων κ.κ. Θεόφιλος μετά Συνοδείας.

Πρός τό εὐλαβές ἐκκλησίασμα ἐξεφώνησε λόγον ὁ Σεβασμιώτατος ὡς ἕπεται:

«Μέ τήν Κυριακή τῶν Ἁγίων Πάντων, κατακλείεται ὁ κινητός κύκλος τῶν ἑορτῶν, πού ἄρχισε ἀπό τήν Κυριακή τοῦ Τελώνου καί Φαρισαίου. Στό κατανυκτικό Τριώδιο καί στό χαρμόσυνο Πεντηκοστάριο μᾶς παρουσίασε ἡ Ἐκκλησία ὅλο τό ἔργο τῆς θείας οἰκονομίας, μέ κέντρο τήν μεγάλη ἑορτή τοῦ Πάσχα. Εἴδαμε τήν πτώση τῶν πρωτοπλάστων καί τήν ἀνόρθωση τοῦ γένους μας διά τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ.

Χαιρετίσαμε τήν ἔλευση τοῦ Παρακλήτου στόν κόσμο καί πανηγυρίσαμε τήν γέννηση τοῦ νέου λαοῦ τοῦ Θεοῦ, τόν ἐγκαινισμό καί τήν ἔκχυση τοῦ ἁγίου Πνεύματος, «ἐπί πᾶσαν σάρκα». Σέ στενό σύνδεσμο μέ τήν ἑορτή αὐτή εὑρίσκεται ἡ παροῦσα ἑορτή, ἡ σφραγίς καί τό τέλος τῆς μεγάλης ἑορταστικῆς περιόδου. Ἔρχεται δηλαδή σάν ἀπόδειξη τοῦ ἔργου τῆς Ἐκκλησίας, τῆς ἐνεργείας τοῦ Ἁγίου  Πνεύματος στόν κόσμο.

Γιατί μᾶς παρουσιάζει τούς καρπούς τῆς σπορᾶς ἐκείνης, τόν θερισμό τῶν λευκῶν χωρῶν, στίς ὁποῖες ἐστάλησαν νά θερίσουν οἱ ἀπόστολοι. Καί ὅπως παρατηρεῖ πολύ ὡραῖα ὁ Νικηφόρος Ξανθόπούλος στό συναξάριο τῆς ἡμέρας: «οἱ θειότατοι Πατέρες ἐθέσπισαν τήν ἑορτή αὐτή μετά τήν κάθοδο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, γιά νά δείξουν ὅτι ἡ παρουσία τοῦ Παναγίου Πνεύματος διά τῶν Ἀποστόλων ἐπέτυχε νά ἁγιάσει καί νά σοφίσει τό ἀνθρώπινο φύραμα καί να ἀποκαταστήσει τούς ἀνθρώπούς στήν θέση τῶν ἀγγέλων διά τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, εἴτε μέ τήν προσφορά τοῦ μαρτυρικοῦ των αἵματος, εἴτε μέ τήν ἐνάρετο πολιτεία καί διαγωγή των. Καί ἔργο ὑπερφυσικό διαπράττεται. Κατεβαίνει τό Πνεῦμα, ὁ Θεός, καί ἀνεβαίνει ὁ χοῦς, ὁ ἄνθρωπος. Ἀνεβάζει ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ τήν θεωθεῖσα σάρκα καί ἕλκει μαζί της καί ἐκείνους πού θέλουν νά πράξουν ἔργα συνδιαλλαγῆς μέ τόν Θεό. Οἱ πρίν ἀποξενωμένοι ἀπό τόν Θεό, ἑνώνονται μέ τόν Θεό καί γίνονται φίλοι Του. Τά ἔθνη προσφέρουν τήν ἀπαρχή των, τούς Ἁγίους Πάντας. Ἀλλά καί ἕνας δεύτερος λόγος προεκάλεσε τήν σύσταση τῆς συλλογικῆς αὐτῆς ἑορτῆς. Πολλοί ἅγιοι εἶναι γνωστοί καί τιμῶνται μέ ἑορτές καί πανηγύρεις ἀπό τήν Ἐκκλησία.

Καί σέ πολλούς ὅμως ἄλλους ἐσκήνωσε τό Πνεῦμα τό Ἅγιον καί τούς καθηγίασε. Ἔμειναν ὅμως ἄγνωστοι καί ἀφανεῖς. Αὐτούς λοιπόν,τούς ἀγνώστους της ἁγίους τιμᾶ σήμερα ἡ Ἐκκλησία, ὅσους «κατά Χριστόν ἐπολιτεύσαντο ἐν Ἰνδοῖς καί Αἰγυπτίοις καί Ἄραψι, καί Μεσοποταμίᾳ τέ καί Φρυγίᾳ καί τοῖς ἄνωθεν τοῦ Εὐξείνου ἔτι δέ καί ἐν πάσῃ τῇ Ἑσπερίᾳ ἄχρι καί αὐτῶν τῶν Βρεττανικῶν νήσων, ἁπλῶς εἰπεῖν ἐν Ἀνατολῇ καί Δύσει».

Καί τό Τυπικό τῆς Ἁγίας Σοφίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως κατά τόν Ι΄ αἰώνα προβλέπει σύναξη καί παννυχίδα στή Μεγάλη Ἐκκλησία στόν Ναό τῶν ἁγίων Μαρτύρων, πού ἔκειτο πλησίον τοῦ Ναοῦ τῶν ἁγίων Ἀποστόλων.

 εἰπών: «Εἴ καί Θεοφανώ ἁγία, μετά τούτων πάντων συναριθμείσθω».

Ὅπως ὅμως καί ἄν προῆλθε ἡ ἀρχή τῆς νέας ἑορτῆς μέ τό γενικό περιεχόμενο, ὄχι δηλαδή μόνο τῶν μαρτύρων ἀλλά καί ὅλων τῶν ἁγίων, ἡ ἐπέκτασίς της ἦταν πολύ ἐπιτυχής. Μάρτυρες τοῦ Χριστοῦ δέν εἶναι μόνο ἐκεῖνοι πού ἔχυσαν τό αἷμα των γιά τήν πίστη τοῦ Χριστοῦ καί ἔδωσαν ἔτσι τήν σφραγίδα στήν πίστη καί στήν μαρτυρία των. Μάρτυρες εἶναι ὅλοι ὅσοι ἀγωνίσθηκαν τόν ἀγώνα τῆς χριστιανικῆς ζωῆς καί ἐβάστασαν μέ καρτερία τόν σταυρό τοῦ Χριστοῦ στόν κόσμο αὐτόν. Αὐτοί πού ἐμαρτύρησαν διά Χριστόν τό καθημερινό μαρτύριο τῆς συνειδήσεως. Οἱ ὁμολογηταί, πού ὁμολόγησαν τήν καλή ὁμολογία «ἐνώπιον ἐθνῶν τέ καί βασιλέων». 2 Οἱ ἱεράρχαι, πού ἐποίμαναν θεοφιλῶς τό ποίμνιο τοῦ Χριστοῦ καί ἐστήριξαν τήν ὀρθή πίστη. Οἱ ὅσιοι καί οἱ ἀσκηταί, πού ἐσταύρωσαν τήν σάρκα «σύν τοῖς παθήμασι καί ταῖς ἐπιθυμίαις»·3 Οἱ ἄνθρωποι τοῦ κόσμου, πού ἔζησαν στήν γῆ τῶν πειρασμῶν καί τῶν δοκιμασιῶν, ἀλλά πού «ἐπολιτεύοντο» σάν νά βρίσκονταν στόν οὐρανό. Καί μαζί μέ αὐτούς, οἱ προφῆται, οἱ δίκαιοι καί οἱ προπάτορες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, πού ἔζησαν κατά νόμον καί «ἐμαρτυρήθησαν διά τῆς πίστεως» περιμένοντες τήν ἐπαγγελίαν. 4 Καί ἐξαιρέτως ἡ ἁγίων ἁγία, ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος  Παρθένος καί μητέρα τοῦ Χριστοῦ, ἡ Θεοτόκος Μαρία.

Τιμῶμεν σήμερον διά τῆς παρούσης ἑορτῆς, προτιθέμενοι τόν βίον αὐτῶν ἀρετῆς παράδειγμα καί παρακαλοῦντες αὐτούς, ἵνα πρεσβεύωσιν ὑπέρ ἡμῶν πρός τόν Θεόν. Οὗ ἡ Χάρις καί τό ἄπειρον ἔλεος εἴη μετά πάντων ἡμῶν. Ἀμήν».

Τήν Ἀρχιερατικήν Συνοδείαν καί τό ἐκκλησίασμα ἐδεξιώθη φιλοφρόνως ἡ ἀνακαινίζουσα τόν Ναόν τῆς Μονῆς ὁσιωτάτη ἡγουμένη Σεραφείμα.

Εκ της Αρχιγραμματείας




OI MΑΘΗΤΕΣ ΤΗΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΣΙΩΝ ΕΠΙΣΚΕΠΤΟΝΤΑΙ ΤΟΝ ΜΑΚΑΡΙΩΤΑΤΟ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ Κ.Κ. ΘΕΟΦΙΛΟ

Τό Σάββατο, 11 Ἰουνίου 2022, οἱ ἀπόφοιτοι καί τελειόφοιτοι τῆς Πατριαρχικῆς Σχολῆς Σιών ἐπισκέφθηκαν τό Γραφεῖο τοῦ Μακαριωτάτου Πατριάρχου Ἱεροσολύμων ἐπί τή λήξει τῶν μαθημάτων τῆς Σχολῆς.

Ἐπί τῇ ἐπισκέψει, ὁ τελειόφοιτος ρασοφόρος δόκιμος Συμεών Λιανουδάκης ἐκ μέρους τῶν τελειοφοίτων προσεφώνησε τόν Μακαριώτατο διά τῆς κάτωθι προσφωνήσεως αὐτοῦ:

Μακαριώτατε Πάτερ καί Δέσποτα,

Σεβαστέ Σχολάρχη,

Μέ τήν λήξη τοῦ σχολικοῦ ἔτους καί τοῦ μαθητικοῦ μας κύκλου, μέ βαθειά συγκίνηση θά θέλαμε νά ἐκφράσουμε ἀπό τά βάθη τῆς καρδιᾶς μας τίς εὐχαριστίες μας γιά ὅ,τι μᾶς ἔχετε προσφέρει.

Ἀπό τήν ἄφιξή μας στήν Ἁγία Γῆ, τό Πατριαρχεῖο καί ἡ Ἀδελφότητα μᾶς ὑποδέχτηκαν μέ πατρική στοργή καί ἀγάπη. Μᾶς διαμόρφωσαν τόν χαρακτήρα, μᾶς ἐμπλούτισαν μέ πνευματικά ἀγαθά καί πολλές ἀξέχαστες ἐμπειρίες πού θά μᾶς συνοδεύουν γιά ὅλη μας τή ζωή.

Πρῶτα ἀπ’ ὅλα θέλουμε νά εὐχαριστήσουμε Ἐσᾶς, Μακαριώτατε γιά τό ἐνδιαφέρον πού δείξατε καθώς καί γιά τήν ἀγάπη πού ἐκφράσατε ἀπέναντί μας μέ πολλούς τρόπους. Ἐπιπλέον, νά εὐχαριστήσουμε τόν Σεβασμιώτατο Ἀρχιεπίσκοπο Ἱεραπόλεως  κ. Ἰσίδωρο, Πρόεδρο τῆς σχολικῆς Ἐφορείας, πού φρόντισε νά μήν μᾶς λείψει ποτέ τίποτα. Ἔπειτα, θέλουμε νά εὐχαριστήσουμε τόν Σχολάρχη, πατέρα Ματθαῖο, γιά τόν χρόνο πού ἀφιέρωσε, τόν κόπο πού κατέβαλε καί τίς θυσίες πού ἔκανε γιά νά εἶναι πάντα δίπλα μας καί νά μᾶς στηρίζει. Μαζί μέ αὐτόν, τούς ἁρμόδιους πού συνέβαλαν στό ἔργο τοῦ οἰκοτροφείου καί τοῦ σχολείου γιά τήν διαπαιδαγώγησή μας. Βέβαια, θά θέλαμε νά εὐχαριστήσουμε τούς καθηγητές, πού καί αὐτοί μέ τό ρόλο τους, μᾶς βοήθησαν νά διευρύνουμε τίς γνώσεις καί τούς ὁρίζοντές μας.

Τέλος, θά θέλαμε νά Σᾶς εὐχαριστήσουμε γιά ἀκόμα μιά φορά, γιά τήν δυνατότητα πού μᾶς δώσατε νά ζήσουμε στούς Ἁγίους Τόπους, ὅπου δίδαξε καί ἔζησε ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός. Ἐπίσης, γιά μᾶς ἦταν πολύ σημαντικές οἱ ἐπισκέψεις στά Ἱερά Προσκυνήματα τῆς Ἁγίας Γῆς καί στήν Κωνσταντινούπολη.

Προσκυνοῦμε τήν Ἁγία Δεξιά Σας».

Ὁ Μακαριώτατος εὐλόγησε αὐτούς, εὐχήθηκε καλή ἐπιτυχία στά ἀποτελέσματα τῶν ἐξετάσεών τους καί καλή ἐπάνοδο μετά τίς θερινές διακοπές στά Ἱεροσόλυμα, μέ τήν εὐλογία τοῦ Ἀναστάντος Χριστοῦ καί τοῦ Παναγίου Τάφου, καί καλή πρόοδο σέ ὅποια δραστηριότητα ἐπιλέξουν στό μέλλον.

Ἐκ τῆς Ἀρχιγραμματείας

 




Η ΕΟΡΤΗ ΤΟΥ ΕΝ ΟΥΡΑΝΩ ΦΑΝΕΝΤΟΣ ΣΗΜΕΙΟΥ ΤΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ ΕΙΣ ΤΟ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟΝ

Τήν Παρασκευήν, 7ην /20ήν Μαΐου 2022, ἑωρτάσθη ὑπό τοῦ Πατριαρχείου ἡ ἑορτή τοῦ ἐν οὐρανῷ φανέντος σημείου τοῦ Σταυροῦ.

Κατά τήν ἑορτήν ταύτην ἡ Ἐκκλησία, ἰδίᾳ ἡ τῶν Ἱεροσολύμων  πανηγυρίζει τό γεγονός ὅτι τό ἔτος 351 μ.Χ.  εἰς ὥραν τρίτην, ἤτοι ἐνάτην πρωϊνήν τῆς ἡμέρας, ἐφάνη σταυρός ἐξ ἀστέρων λαμπρότερος ὑπέρ τάς ἀκτῖνας τοῦ ἡλίου ἀπό τοῦ Γολγοθᾶ ἕως τοῦ Ὄρους τῶν Ἐλαιῶν, τόν ὁποῖον πολλοί ἐκ τῶν κατοίκων τῶν Ἱεροσολύμων εἶδον ἐν θαυμασμῷ καί ἐδοξολόγησαν τόν Θεόν, συμφώνως πρός περιγραφήν Κυρίλλου Ἀρχιεπισκόπου Ἱεροσολύμων τοῦ Κατηχητοῦ, πρός Κωνστάντιον τόν βασιλέα, υἱόν τοῦ Ἁγίου Κωνσταντίνου τοῦ Μεγάλου.

Διά τό γεγονός τοῦτο ἐτελέσθη θεία Λειτουργία ἐπί τοῦ Φρικτοῦ Γολγοθᾶ, προεξάρχοντος τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Καπιτωλιάδος κ. Ἡσυχίου, συλλειτουργούντων Ἁγιοταφιτῶν Ἱερομονάχων Πρεσβυτέρων καί Ἱερέων ἄλλων Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν καί διακόνων, ψάλλοντος τοῦ Ἱεροδιακόνου π. Συμεών καί τοῦ κ. Βασιλείου Γκοτσοπούλου καί προσευχομένων μοναζουσῶν καί εὐλαβῶν πιστῶν.

Ἅμα τῷ τέλει τῆς θείας Λειτουργίας ἤρξατο ἀπό τῆς Ἁγίας Ἀποκαθηλώσεως τῇ συμμετοχῇ τῶν Ἁγιοταφιτῶν Ἀρχιερέων καί Ἱερομονάχων λιτανεία τρίς πέριξ τοῦ Ἁγίου Τάφου.

Μετά ταύτην ἀνεγνώσθη πρό τοῦ Ἁγίου Κουβουκλίου ὑπό τοῦ λειτουργοῦ Ἀρχιερέως ἡ Εὐαγγελική Περικοπή τῆς Κυριακῆς τοῦ Πάσχα καί  ἡ ἐπιστολή τοῦ Ἁγίου Κυρίλλου, ἡ περιγράφουσα τό ὑπερφυσικόν γεγονός τοῦτο ἑλληνιστί, ὁμοίως καί ἀραβιστί ὑπό τοῦ Σεβασμιωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Σεβαστείας κ. Θεοδοσίου καί ἀνεπέμφθη δέησις.

Ἐν τέλει, τῶν κωδώνων κρουομένων, ἡ Ἀρχιερατική συνοδεία ἀνῆλθεν εἰς τά Πατριαρχεῖα καί ἀπέδωσε τά σέβη αὐτῆς εἰς τόν Μακαριώτατον Πατέρα ἡμῶν καί Πατριάρχην Ἱεροσολύμων κ.κ. Θεόφιλον, ἔνθα ὁ Σεβασμιώτατος προσεφώνησεν Αὐτόν ὡς ἕπεται:

«Μακαριώτατε, Πάτερ και Δέσποτα,

Πριν από είκοσι αιώνες ο σταυρός ήταν όργανο ατιμωτικής τιμωρίας και φρικτού θανάτου. Οι Ρωμαίοι καταδίκαζαν στην ποινή της σταυρώσεως τους πιο μεγάλους εγκληματίες.

Σήμερα ο σταυρός κυριαρχεί σ’ ολόκληρη τη ζωή των πιστών χριστιανών, σ’ ολόκληρη τη ζωή της Εκκλησίας μας, ως όργανο θυσίας, σωτηρίας, χαράς, αγιασμού και χάριτος. Όπως γράφει ο ιερός Χρυσόστομος, «αυτό το καταραμένο και αποτρόπαιο σύμβολο της χειρότερης τιμωρίας, τώρα έχει γίνει ποθητό και αξιαγάπητο». Παντού το βλέπεις: «Στην αγία Τράπεζα, στις χειροτονίες των ιερέων, στη θεία λειτουργία, στα σπίτια. Τόσο περιπόθητο σ’ όλους έγινε το θαυμαστό αυτό δώρο, η ανέκφραστη αυτή χάρη.»

Ο ίδιος ο Κύριος, με υπερφυσικά γεγονότα και θαυμαστές αποκαλύψεις, φανέρωσε σε διάφορες περιστάσεις, με τρόπο κραυγαλέο, πώς το σημείο του Σταυρού αποτελεί το σύμβολό Του και το αήττητο τρόπαιο των πιστών.

1.Ο γνωστός εκκλησιαστικός ιστορικός Ευσέβιος Καισαρείας (+340), σύγχρονος του αγίου Κωνσταντίνου του Μεγάλου, περιγράφει εναργέστατα και αδιάψευστα το πασίγνωστο περιστατικό της εμφανίσεως του φωτεινού σταυρού στον Μεγάλο Κωνσταντίνο με την επιγραφή «εν τούτω νίκα», και μάλιστα μέρα μεσημέρι, με μάρτυρες όλους τους άνδρες του στρατεύματός του.

2. Εκτός από την παραπάνω υπερφυσική φανέρωση του σημείου του σταυρού, έγινε και μία άλλη, πάλι μπροστά σε αναρίθμητους αυτόπτες μάρτυρες, όταν βασιλιάς ήταν ο Κωνστάντιος, γιος του αγίου Κωνσταντίνου, και αρχιεπίσκοπος Ιεροσολύμων ο άγιος Κύριλλος. Το θαύμα διηγείται ο ίδιος ο άγιος Κύριλλος στον βασιλιά με μία επιστολή του, στην οποία αναφέρει ότι την ημέρα εκείνη (7 Μαΐου του 346 μ.Χ., την περίοδο της Πεντηκοστής), γύρω στην τρίτη ώρα (9 π.μ.), φάνηκε στον ουρανό το σημείο του Τιμίου Σταυρού, τεράστιο, ολοφώτεινο, εκτεινόμενο από τον άγιο Γολγοθά μέχρι το Όρος των Ελαιών. Δεν το είδαν ένας και δυο, αλλά όλοι οι κάτοικοι των Ιεροσολύμων. Και δεν φάνηκε για μία στιγμή μόνο, αλλά για ώρες πολλές κρεμόταν στο στερέωμα. Και ήταν τόσο λαμπρό, ώστε ξεπερνούσε στη Λάμψη τις ακτίνες του ήλιου, για αυτό και μπορούσαν να το δουν φανερά μέρα-μεσημέρι. Βλέποντας αυτό το θαύμα, ο λαός της πόλεως έτρεξε στο ναό της Αναστάσεως.

Αν η 14η Σεπτεμβρίου αποτελεί την εορτή της Υψώσεως του Τίμιου και Ζωοποιού Σταυρού, εορτή κατά την οποία ανθρώπινα χέρια, Πατριαρχικά και Βασιλικά, ύψωσαν τον Τίμιο Σταυρό, προβάλλοντάς Τον ως το σύμβολο της χριστιανικής πίστης και το «κλείθρον του Παραδείσου», διότι αποτελεί το σημείο της αναφοράς μας σ’ Εκείνον που έχυσε το πανάγιο αίμα Του επάνω Του, η 7η Μaΐου αποτελεί μία άλλη εορτή Υψώσεώς Του, όχι από ανθρώπινα χέρια αυτήν τη φορά, αλλά από τα «χέρια» του ίδιου του Θεού. Διότι Εκείνος θέλησε, όταν η χριστιανική πίστη είχε ήδη γίνει αποδεκτή και είχε επεκταθεί, να φανερώσει τον Σταυρό στον Ουρανό, σαν μία επέκταση, θα λέγαμε, της φανέρωσής Του επί Κωνσταντίνου του Μεγάλου, με το γνωστό «Έν τούτω νίκα». Η υμνολογία της Εκκλησίας μας προβάλλει το γεγονός και το διατρανώνει σε όλες τις παραμέτρους του: «Σήμερα χαίρεται το θεϊκό πλήθος των πιστών. Διότι φάνηκε ο Σταυρός στον Ουρανό σε μεγάλη έκταση. Λάμπει ο αέρας από φως άκτιστο. Φωτίζεται ο αέρας και γίνεται ωραίο το πρόσωπο της γης. Τραγουδά θεία άσματα η Εκκλησία του Χριστού. Δείχνει η Εκκλησία τον σεβασμό της, τιμώντας τον θείο και υπερθαύμαστο Σταυρό που την διαφυλάσσει από τον Ουρανό». (Σήμερον χαίρει πιστῶν πληθύς ἡ θεία. Φαίνει γάρ οὐράνιος Σταυρός ἐν πέρασι. Λάμπει αἰθήρ φῶς ἀπρόσιτον. Ἀήρ αὐγάζει καί γῆς τό πρόσωπον ὡραΐζεται.  Μέλπει θείοις ᾂσμασιν ἡ Ἐκκλησία Χριστοῦ. Σέβει τιμῶσα τόν ἄνωθεν αὐτήν φρουροῦντα Σταυρόν τόν θεῖον καί ὑπερθαύμαστον), (Στιχηρόν Ἑσπερινοῦ).

Το Παλαίφατο Πατριαρχείο των Ιεροσολύμων, κατακολουθώντας την τάξη και πράξη της Ορθοδόξου Εκκλησίας, τιμά και γεραίρει τας εορτάς , μεταξύ των οποίων συγκαταλέγεται και η σημερινή εορτή, «του εν ουρανώ φανέντος σημείου του Τίμιου Σταυρού» , η οποία, αν και είναι τοπική εορτή έχει επηρεάσει την ανά την υφήλιον Ορθοδοξίαν.

Ευχηθείτε Μακαριώτατε, όπως η γεραρά ημών Αδελφότης συνεχίσει την παράδοσιν ταύτην εις τους αιώνες των αιώνων».

 Ἐκ τῆς Ἀρχιγραμματείας




ΕΠΙΣΚΕΨΕΙΣ ΤΗΣ ΑΔΕΛΦΟΤΗΤΟΣ ΕΠΙ ΤΩ ΠΑΣΧΑ ΤΩΝ ΔΟΓΜΑΤΩΝ ΤΩΝ ΔΥΤΙΚΩΝ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ

Τήν πρωΐαν τῆς Μεγάλης Τρίτης, 6ης/19ης Ἀπριλίου 2022, ἡ Ἁγιοταφιτική Ἀδελφότης, συμφώνως πρός τήν κρατοῦσαν συνήθειαν, συμβάλλουσαν εἰς τήν εἰρηνικήν προσκυνηματικήν συνύπαρξιν, ἐπεσκέφθη ἐπί τῇ ἑορτῇ τοῦ Πάσχα αὐτῆς τήν Ἀδελφότητα τῶν Φραγκισκανῶν, Κουστωδίαν τῆς Ἁγίας Γῆς.

Ἐπί τῇ ἐπισκέψει ταύτῃ ὁ Ἡγούμενος τῆς Ἁγιοταφιτικῆς Ἀδελφότητος Μακαριώτατος Πατήρ ἡμῶν καί Πατριάρχης Ἱεροσολύμων κ.κ. Θεόφιλος προσεφώνησε διά τῆς κάτωθι προσφωνήσεως Αὐτοῦ:

Your Paternity, dear Father Francesco,

Beloved Members of our Respective Brotherhoods,

Dear Fathers,

We greet you today as you celebrate the Feast of Easter with joy and in Paschal hope. As Saint John of Damascus says on this feast:

For it is meet that the heavens should rejoice,

and that the earth should be glad,

and that the whole world, both visible and invisible,

should keep the feast;

for Christ, our everlasting joy, hath risen.

(The Canon of Pascha)

We celebrate the Paschal Feast with joy and hope, even in the face of so many challenges around the world and throughout our region. We celebrate the Paschal Feast with joy and hope, even in the face of conflicts and wars around the world. We celebrate the Paschal Feast with joy and hope, even in the face of grave difficulties facing our communities in this Holy City.

For we are privileged to celebrate Easter on the very spot where the blood of the Righteous One was shed and in the very place from which He was raised from the dead. This alone is a cause of joy and hope.

We remind ourselves at Easter that ours is an apostolic mission as the guardians and servants of the Holy Places, a mission of prayer, peace, reconciliation, and salvation.

And we have seen remarkable fruits of this mission in our common work to continue and complete the restoration of the Church of the Holy Sepulchre. At no time in our history have our two Brotherhoods been in closer alliance and collaboration, and this is itself a cause of both joy and hope. We wish to take this opportunity to express our gratitude to you for your unwavering commitment to this work.

In our common mission, we continue to work to defend the rights of Christians to worship at the Holy Places and especially in the Church of the Holy Sepulchre during this holiest of seasons in the face of the attempts by the authorities to restrict the number of worshipers. Together, we are standing against increasing threats from Israeli radical groups at Jaffa Gate and at New Gate, which have been exacerbated by the trespass into the Little Petra Hostel. And these incidents are in addition to the increase in the daily insults and intimidation to which our clergy and people are subjected.

As we celebrate this joyful and hopeful Paschal season, we recommit ourselves to our shared responsibility to do all in our power to preserve the Christian character of Jerusalem and to make it possible morally, spiritually, and materially for Christians to remain here in Jerusalem and in the Middle East. This is our home, and the power of the witness of the Gospel of peace, forgiveness, and reconciliation in our broken and confused world depends on a vibrant Christian presence in the Holy Land.

We wish you, dear Father Francesco, your Brotherhood and the communities that you serve, a joyful and hope-filled Easter.

Christ is risen!

Thank you.

Ἐν συνεχείᾳ τῆς ἐπισκέψεως ταύτης ἔλαβε χώραν ἡ ἐπίσκεψις εἰς τό Λατινικόν Πατριαρχεῖον εἰς Ἱεροσόλυμα ὑπό τόν Πατριάρχην αὐτοῦ κ. Pierre Batista Pizzabala.

Ἐν τῇ ἐπισκέψει ταύτῃ ὁ Μακαριώτατος προσεφώνησε διά τῆς κάτωθι προσφωνήσεως Αὐτοῦ:

Your Beatitude, dear Archbishop Pizzaballa,

Your Eminences,

Your Graces,

Dear Fathers,

We greet you, Your Beatitude, on the occasion of your celebration of the Easter Feast with the joyful words of the hymnographer:

Rejoice, O peoples, and be glad.

An angel sat upon the stone of the tomb;

He himself proclaimed the glad tidings to us, saying:

Christ is risen from the dead,

the Saviour of the world,

and he has filled all things with fragrance.

Rejoice, O peoples and be glad.

(Matins of Bright Week)

We keep this joyful Paschal season at a time of great difficulty. Around the world, in our region, and in this Holy City, the human family faces a tremendous challenge. There are wars and conflicts abroad, and here at home, the Christian communities are enduring unprecedented threats to our very existence and to the integrity of the true character of Jerusalem and the Holy Land.

And yet, we keep the Paschal Feast with joy and confidence. We are bound together in our common mission here, and we have shown our united witness in the face of those who would undermine both our way of life as well as the historic and universally recognised basis of our rights and privileges as those who have lived and worshipped here for centuries. We are the living witness that Jerusalem and the Holy Land belong to one community exclusively; this is a home to peoples of diverse faiths and traditions, and our mission is to ensure that all may live and worship in Jerusalem and the Holy Land safely and in harmony.

We wish to take this opportunity to commend you, Your Beatitude, for your ongoing commitment to your own pastoral work and mission. In times like the present, when our people are living under such tremendous pressure, the pastoral vocation of the Church I sour the utmost importance. We have the responsibility to do all that is in our power – morally, spiritually and practically – to support and help our communities so that Christians are able to remain here in their homes and with their livelihoods. At no other time in recent history has the health and strength of the Christian presence here been more vital.

The good relations that we share and the common witness in the face of challenges that we show are of crucial importance in maintaining the Christian presence here. We are committed to deepening these relations and strengthening our common witness so that the world may know and understand the seriousness of our mission.

Among these commitments is the defence of the rights of Christians to worship at the Holy Places and especially in the Church of the Holy Sepulchre during this holiest of seasons in the face of the attempts by the authorities to restrict the numbers of worshipers. Also, we stand together to protect the Christian Quarter against increasing threats from Israeli radical groups at Jaffa Gate and at New Gate, which have now found a new extreme in the trespass into the Little Petra Hostel. And we continue to raise our collective voice in the face of increased daily insults and intimidation to which our clergy and people are subjected.

Our shared commitment to defend and preserve the Christian presence here gives us joy and confidence in this Paschal season, and this is why we can rejoice, even in the face of all that is happening in our world and in our region. For in the resurrection of our Lord Jesus Christ from the dead we have been given the assurance of the ultimate victory of life over death. As Saint Paul reminds us,

I am convinced that neither death,

nor life, nor angels, nor rulers, nor things present,

nor things to come, nor powers,

nor height, nor depth, nor anything else in all creation,

will be able to separate us from the love of God in Christ Jesus our Lord.

(Romans 8:38-39)

We wish you, Your Beatitude, and your communities, the joy of this Easter Feast, and the confidence that is our in the resurrection. MAY God bless you and you care for those who are entrusted to your pastoral oversight.

Christ is risen!

Thank you.

Ἐν συνεχείᾳ ὁ Μακαριώτατος μετά τοῦ Γέροντος Δραγουμάνου Ἀρχιμανδρίτου π. Ματθαίου καί τοῦ Γέροντος  Ἀρχιγραμματέως, Σεβασμιωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Κωνσταντίνης κ. Ἀριστάρχου, ἐπεσκέφθη τόν Ἀποστολικόν Δελεγᾶτον/ Νούτσιον, ἀντιπρόσωπον τοῦ Βατικανοῦ εἰς τά Ἱεροσόλυμα καί τόν Ἀρχιεπίσκοπον τῆς Ἀγγλικανικῆς Ἐκκλησίας εἰς τά Ἱεροσόλυμα Σεβασμιώτατον Ναούμ Χουσάμ.

Ἐκ τῆς Ἀρχιγραμματείας




ΔΟΞΟΛΟΓΙΑ ΕΠΙ ΤΗ ΕΠΕΤΕΙΩ ΤΗΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΕΟΡΤΗΣ ΤΗΣ 25ΗΣ ΜΑΡΤΙΟΥ ΤΟΥ 1821

Τήν Πέμπτην, 11ην /24ην Μαρτίου 2022, ἐτελέσθη εἰς τόν Πανίερον Ναόν τῆς Ἀναστάσεως Δοξολογία ἐπί τῇ ἐπετείῳ τῆς Ἐθνικῆς ἑορτῆς τῆς 25ης Μαρτίου τοῦ 1821.

Ἡ Δοξολογία αὕτη ἀνεπέμφθη κατά πρῶτον ὡς δέησις πρός τόν Θεόν διά τήν ἀνάπαυσιν τῆς ψυχῆς τῶν πεσόντων εἰς τάς μάχας τῶν ὑπέρ πίστεως καί πατρίδος ἀγωνιστῶν τοῦ 1821, ἀφ΄ ἑτέρου δέ ὡς εὐχαριστία πρός τόν Θεόν διά τήν βοήθειαν Αὐτοῦ πρός τό ἔθνος ἡμῶν εἰς τήν ἀποτίναξιν τοῦ Ὀθωμανικοῦ ζυγοῦ καί τήν ἑδραίωσιν τῆς ἐν Χριστῷ ἐλευθερίας.

Τῆς Δοξολογίας ταύτης προεξῆρξεν ἡ Α.Θ.Μ. ὁ Πατήρ ἡμῶν καί Πατριάρχης Ἱεροσολύμων κ.κ. Θεόφιλος, συνιερουργούντων Αὐτῷ τῶν Ἁγιοταφιτῶν Ἀρχιερέων καί Ἱερομονάχων καί διακόνων, ψαλλόντων τοῦ Ἱεροδιακόνου π. Συμεών δεξιά καί τοῦ κ. Βασιλείου Γκοτσοπούλου ἀριστερά, βοηθούντων τῶν μαθητῶν τῆς Πατριαρχικῆς Σχολῆς Σιών, μετεχόντων δέ τῶν μελῶν τῆς Ἑλληνικῆς παροικίας, παρουσίᾳ τοῦ Γενικοῦ Προξένου τῆς Ἑλλάδος εἰς τά Ἱεροσόλυμα κ. Εὐαγγέλου Βλιώρα καί μελῶν τοῦ Προξενείου.

Μετά τήν Δοξολογίαν ἔλαβε χώραν ἡ ἄνοδος εἰς τό Πατριαρχεῖον, ἔνθα ὁ Μακαριώτατος προσεφώνησε διά τῆς κάτωθι προσφωνήσεως Αὐτοῦ:

«Ἐλᾶτε μ’ ἕναν ζῆλον σέ τοῦτον τόν καιρό, νά κάμωμεν τόν ὅρκον ἐπάνω στόν Σταυρόν … ψηλά στά μπαϊράκια σηκῶστε τόν Σταυρόν καί σάν ἀστροπελέκια χτυπᾶτε τόν ἐχθρό». Ἀναφωνεῖ  ὁ Ρήγας Φεραῖος εἰς τόν ἐπαναστατικόν αὐτοῦ παιᾶνα, «Θούριο».

Ἐκλαμπρότατε Γενικέ Πρόξενε τῆς Ἑλλάδος κ. Εὐάγγελε Βλιώρα,

Σεβαστοί Ἅγιοι Πατέρες καί Ἀδελφοί,

Ἀγαπητοί ἐν Χριστῷ Ἀδελφοί,

Ἡ σήμερον τελουμένη ἐπέτειος τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπαναστάσεως τῆς 25ης Μαρτίου τοῦ 1821, κατά τῆς βαρβαρικῆς Ὀθωμανικῆς δουλείας ἀποτελεῖ γεγονός μοναδικόν καί ἀνεπανάληπτον ἐν τῇ παγκοσμίῳ ἱστορίᾳ καί τοῦτο, διότι τό θεῖον ἀγαθόν τῆς ἐλευθερίας συνδέεται ἀρρήκτως μετά τῆς ἐν Χριστῷ συνειδητῆς διαθέσεως τῆς αὐτοθυσίας τοῦ εὐσεβοῦς γένους τῶν Ρωμαίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν καί τοῦ εὐλογημένου Ἑλληνικοῦ ἔθνους ἡμῶν.

Ὁ Μητροπολίτης Παλαιῶν Πατρῶν Γερμανός ὕψωσε τό ἱερόν Λάβαρον τῆς Ἐπαναστάσεως  τήν 25ην Μαρτίου 1821, ἡμέραν τῆς ἑορτῆς τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου, ἀκούων εἰς τό ἀπολυτρωτικόν κήρυγμα τοῦ σοφοῦ Παύλου «τῇ ἐλευθερίᾳ οὖν, ᾗ ἡμᾶς Χριστός ἠλευθέρωσε, στήκετε, καί μή πάλιν ζυγῷ δουλείας ἐνέχεσθε» (Γαλ. 5,1).

Ἡ θεώρησις τῆς ἰδέας τῆς ἐλευθερίας, ἡ ὁποία προσέλαβεν ὑπόστασιν ἐν τῷ Χριστιανισμῷ ἦτο ἐκείνη, ἡ ὁποία διέκρινε τήν Ἑλληνικήν Ἐπανάστασιν τοῦ ’21 ἀπό συγχρόνους αὐτῇ ἐπαναστάσεις ἄλλων λαῶν. Τοῦτο ἄλλωστε καταγγέλλει καί τό ἐθνεγερτικόν σύνθημα τοῦ Γέρου τοῦ Μοριᾶ Θεοδώρου Κολοκοτρώνη: «νῦν ὁ ἀγών διά τήν πίστιν τοῦ Χριστοῦ τήν ἁγίαν καί τῆς πατρίδος τήν ἐλευθερίαν». Τοῦτο ἐπίσης μαρτυρεῖ καί τό κάλεσμα τοῦ Ρήγα Φεραίου εἰς τόν ἐπαναστατικόν αὐτοῦ παιᾶνα «Θούριο»: «Ἐλᾶτε νά κάμωμεν τόν ὅρκον ἐπάνω στόν Σταυρόν».

Οἱ Ἕλληνες, τῶν ὁποίων ἡ φιλοπατρία καί ἡ ἐλευθερία ἀποτελοῦν τά ἰδιαίτερα γνωρίσματα τῆς μακραίωνος καί πολυσχιδοῦς ἱστορίας αὐτῶν, δέν ἦτο δυνατόν νά συμβιβασθοῦν μέ τό εἶδος τῆς δουλείας τοῦ Ὀθωμανικοῦ ζυγοῦ, ὁ ὁποῖος προσέβαλε τήν πολιτισμικήν, πνευματικήν καί ἐθνικοθρησκευτικήν αὐτῶν κληρονομίαν, ἡ ὁποία συνέβαλε καθοριστικῶς εἰς τήν ὑπερύψωσιν καί κατακόσμησιν τῶν ἠθῶν ἀλλά καί εἰς τόν φωτισμόν τῆς διανοίας τῶν «ἐν σκότει καί σκιᾷ θανάτου καθημένων ἀνθρώπων» (πρβλ. Λουκ. 1,79).

Τό δέ μεγαλεῖον τῆς θυσίας τῶν ἐξεγερθέντων Ἑλλήνων διά τήν ἐλευθερίαν καί τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ ἀποτυποῦται ἐναργέστατα τόσον εἰς τό σύνθημα «ἐλευθερία ἤ θάνατος» ὅσον καί εἰς τήν ὁμολογίαν τῶν ἀναδειχθέντων νεομαρτύρων τῆς Ἐκκλησίας, «Χριστιανός γεννήθηκα καί Χριστιανός θ’ ἀποθάνω!». Οἱ ἥρωες καί νεομάρτυρες οὗτοι τοῦ ἀπελευθερωτικοῦ ἀγῶνος τοῦ ’21 ἤκουον ἀναμφιβόλως εἰς τούς Κυριακούς λόγους τοῦ Εὐαγγελίου: «Μη φοβηθῆτε ἀπό τῶν ἀποκτεινόντων τό σῶμα, τήν δε ψυχήν μή δυναμένων ἀποκτεῖναι» (Ματθ. 10,28).

Λέγομεν τοῦτο διότι ἡ συμβολή τῆς Ἐκκλησίας καί τοῦ κλήρου αὐτῆς εἰς τόν ἀγῶνα τῆς ἐθνεγερσίας τοῦ 1821 ὑπῆρξε ὄντως μεγάλη καί ἀπαράμιλλος. Ἡ Ἐκκλησία ὡς πνευματικός θεσμός ἀνεγνωρίσθη ὡς ἡ κατ’ ἐξοχήν ἡγετική δύναμις τοῦ ὑπό δουλείαν τελουμένου λαοῦ τῆς Ρωμηοσύνης. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἐκείνη ἡ ὁποία ἐξεπροσώπει τήν ἐθνικήν καί θρησκευτικήν ὀντότητα τῶν Ἑλλήνων.

Ἡ ἑορτή τῆς ἐθνεγερσίας τοῦ 1821 δέν εἶναι ἁπλῶς γεγονός ἱστορικῆς μνήμης, ἀλλά μᾶλλον ἱερᾶς Παρακαταθήκης σφραγισμένης μέ τό ἡρωικόν καί μαρτυρικόν αἷμα «τῆς ἐλευθερίας, ἀπ’ τά κόκκαλα βγαλμένης τῶν Ἑλλήνων τά ἱερά». Αὐτήν τήν ἱερά Παρακαταθήκην καλούμεθα, ἀφ’ ἑνός μέν νά διαφυλάξωμεν, ἀφ’ ἑτέρου δέ νά παραδώσωμεν εἰς τάς ἐπερχομένας γενεάς.

Ἡ Γεραρά Ἁγιοταφιτική ἡμῶν Ἀδελφότης συμμετέχουσα εἰς τόν ἐπετειακόν ἑορτασμόν τῆς ἱερᾶς μνήμης τῆς Ἐθνικῆς Παλιγγενεσίας τοῦ εὐσεβοῦς καί βασιλικοῦ γένους τῶν Ρωμαίων Ὀρθοδόξων καί τοῦ Ἔθνους ἡμῶν καί χρεωστικῶς ἀποδίδουσα «τοῖς τήν τιμήν τήν τιμήν» (Ρωμ. 13,7) κατῆλθεν εἰς τόν Πανίερον Ναόν τῆς Ἀναστάσεως, ἔνθα ἀνεπέμψαμεν εὐχαριστήριον αἶνον καί δοξολογίαν εἰς τόν ὑπέρ ἡμῶν Σταυρωθέντα καί ἐκ νεκρῶν Ἀναστάντα Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν. Ἔτι δέ ἱκετηρίους ἐντεύξεις καί δεήσεις προσηνέγκαμεν ὑπέρ αἰωνίου ἀναπαύσεως ἐν χώρ ζώντων τῶν μακαρίων ψυχῶν τῶν ὑπέρ Πίστεως καί Πατρίδος ἀγωνισαμένων καί μαρτυρικῶς ἀναιρεθέντων ἐν τοῖς ἱεροῖς τοῦ γένους ἡμῶν ἀγῶσιν.

Ἐπί δέ τούτοις ἐπιτρέψατε Ἡμῖν, ὅπως ὑψώσωμεν τό ποτήριον Ἡμῶν καί ἀξιοχρέως ἀναφωνήσωμεν,

Ζήτω ἡ 25η Μαρτίου τοῦ 1821!

Ζήτω τό εὐσεβές καί βασιλικόν γένος τῶν Ρωμαίων Ὀρθοδόξων!

Ζήτω ἡ Ἑλλάς!

Ζήτω ἡ Ἁγιοταφιτική ἡμῶν Ἀδελφότης!

 

Ἐν συνεχείᾳ ὁ κ. Βλιώρας προσεφώνησε διά τῆς κάτωθι προσφωνήσεως Αὐτοῦ:

«Μακαριώτατε,

Σεβασμιώτατοι Αρχιερείς,

Σεβαστοί Πατέρες,

Κυρίες και κύριοι,

Σήμερα ο Οικουμενικός Ελληνισμός, με υπερηφάνεια, γιορτάζει και τιμά την επέτειο της Επανάστασης του 1821, της λαμπρότερης σελίδας της σύγχρονης Ελληνικής Ιστορίας, ενός αγώνα, υπέρ βωμών και εστιών, σημείο αναφοράς και σύμβολο για το Ελληνικό έθνος, που είχε ως ευτυχή κατάληξη του, την ίδρυση του σύγχρονου ελληνικού κράτους και την αναγέννηση της Δημοκρατίας στην κοιτίδα της.

Σε κάθε ιστορική περίοδο υπάρχει ένας πόλος, ένα ιστορικό γεγονός που την σημαδεύει, και γίνεται σημείο αναφοράς για όλους εμάς τους μεταγενέστερους.

Η 25η Μαρτίου του 1821, αποτελεί αυτό το ορόσημο για την νεότερη ιστορία του Ελληνισμού, σηματοδοτώντας το σημείο τομή, όταν οι Έλληνες, έπαιρναν την ηρωϊκή απόφαση να ξεσηκωθούν, μόνοι έναντι πολλών, εναντίον της Οθωμανικής τυραννίας και να διεκδικήσουν με το αίμα τους τη λευτεριά. Άνοιξη ήταν και τότε, πριν από δύο σχεδόν αιώνες, όταν ο Ελληνισμός πήρε τα όπλα τα ιερά, για να διεκδικήσει την ελευθερία του. Αυτό το ιδανικό που λάτρεψε ο λαός μας μέσα στο ανυπέρβλητο μεγαλείο της θυσίας αγραμμάτων, ρακένδυτων και πεινασμένων ανδρών, αρματολών και κλεφτών, ιερωμένων, γυναικών και παιδιών.

Η Εθνεγερσία μας αποτελεί τη μεγαλύτερη απόδειξη ότι, πάνω από οποιαδήποτε συμφέροντα, δυσκολίες και εμπόδια, υπερέχει η ψυχή και το πνεύμα ενός λαού με υψηλό φρόνημα, άξιον της ιστορικής αποστολής του.

Σε εκείνους λοιπόν τους καιρούς, όπως σε κάθε δύσκολο καιρό, πολλοί ήταν εκείνοι που ξεπέρασαν εαυτούς και επέδειξαν ηρωισμό, υπεράνω αυτού που ονομάζουμε καλώς νοούμενο καθήκον. Επιφανείς προσωπικότητες αλλά και άνθρωποι απλοί, καθημερινοί, που βρέθηκαν ξαφνικά στο προσκήνιο της Ιστορίας, ανταποκρίθηκαν μέχρι ενός, στο κάλεσμα του αγώνα, χωρίς να κιοτέψουν, χωρίς να λακίσουν σημαδεύοντας ανεξίτηλα την Ιστορία και τη ζωή του Ελληνισμού.

Σε σταυροθόλωτους ναούς και σε φτωχά ξωκλήσια, ο πόθος της λευτεριάς φούντωνε στις ψυχές των σκλαβωμένων Ελλήνων. Με μέσα πενιχρά ή και ανύπαρκτό, με το θάρρος να αναπληροί την έλλειψη οπλισμού, έσπρωξαν για τα καλά το ρου της ιστορικής μας πορείας προς τη δικαιοσύνη και την ελευθερία. Σε αυτόν τον αγώνα όλοι υπηρέτησαν την ιδέα της ελευθερίας, με μοναδική φιλοπατρία, αυτοθυσία και αυταπάρνηση. «Κι αν είμαστε ολίγοι εις το πλήθος του Μπραΐμη», παρατηρεί ο στρατηγός Μακρυγιάννης, «παρηγοριόμαστε μ ένα τρόπον, ότι η τύχη μας έχει τους Έλληνες πάντοτε ολίγους. Ότι αρχή και τέλος, παλαιόθεν και ως τώρα, όλα τα θερία πολεμούν να μας φάνε και δεν μπορούνε. Τρώνε από μας και μένει και μαγιά. Και όταν οι ολίγοι αποφασίσουν να πεθάνουν λίγες φορές χάνουν και πολλές κερδαίνουν».

Οι εθνικές επέτειοι είναι χρήσιμες για όλους μας, όταν αποτελούν ευκαιρία ανανέωσης, με παρρησία και αποφασιστικότητα, της προσήλωσής μας στα ιδανικά για τα οποία αγωνίστηκαν οι γεννήτορες της ελευθερίας μας και συνειδητοποίησης ότι η δικαιοσύνη, η πρόοδος και η ευημερία μας είναι αποτέλεσμα της δικής μας προσπάθειας και του δικού μας αγώνα, ατομικού και συλλογικού. Ας αφουγκραστούμε τα λόγια του στρατηγού Μακρυγιάννη, πως «τούτη την πατρίδα την έχομεν όλοι μαζί, και σοφοί κι αμαθείς, και πλούσιοι και φτωχοί, και πολιτικοί και στρατιωτικοί, και οι πλέον μικρότεροι άνθρωποι».

Η συμπλήρωση 201 ετών από την Εθνική μας Παλιγγενεσία, μας καλεί να αναλογιστούμε τις επιτυχίες και τις προκλήσεις του Εθνικού μας Βίου, αλλά και τη συνέχεια της συλλογικής μας πορείας, μιας και είναι χαρακτηριστικό της εθνικής μας ταυτότητας να γιορτάζουμε όχι τον προορισμό αλλά το ταξίδι, γεμάτο ανακαλύψεις, γεμάτο περιπέτεια, όπως έγραψε ο Κωνσταντίνος Καβάφης, για να προσπαθούμε, για να αναζητούμε, να ανακαλύπτουμε και να μη παραδινόμαστε όπως έγραψε για τον Οδυσσέα ο Τέννυσον

Ας σταθούμε λοιπόν με σεβασμό μπροστά στη θυσία των προπατόρων μας, των ηρώων του ’21, και ας παραδειγματιστούμε από την φιλοπατρία και την αυταπάρνησή τους, ώστε με σθένος να ανταποκριθούμε στις προκλήσεις της ταραγμένης εποχής μας.

Μακαριώτατε,

Σεβασμιώτατοι αρχιερείς,

Σεβαστοί Πατέρες,

Κυρίες και κύριοι,

Για την Αγία Γη και την παρουσία μας σε αυτή, το παλαίφατο Πατριαρχείο Ιεροσολύμων και η Αγιοταφιτική Αδελφότητα, με την μακραίωνη και πολύπτυχη προσφορά και το ύψιστο ποιμαντικό έργο αποτελεί θεματοφύλακα των ηθικών και πνευματικών αξιών της ορθόδοξης πίστης μας.

Το καθ’ ημάς Πατριαρχείο Ιεροσολύμων μαρτυρεί τη διαχρονία της δυναμικής παρουσίας της Ελληνικής και Ορθόδοξης παράδοσης στη Μέση Ανατολή. Το υψηλό φρόνημα και οι αγώνες του, υπό αντίξοες συνθήκες, μέχρι σήμερα, αποτελούν για όλους μας ανεκτίμητο εθνικό κεφάλαιο και πηγή έμπνευσης και εμψύχωσης.

Για όλους μας, η 25η Μαρτίου 1821 αποτελεί μια εξαιρετική αφορμή, να αναλογιστούμε τις ευθύνες μας και να ανανεώσουμε την προσήλωσή μας στα ιδανικά που αποτελούν την πεμπτουσία της Ελληνικής και Ορθόδοξης παράδοσής μας και για τα οποία αγωνίστηκαν οι πρόμαχοι της ελευθερίας μας, «….ποτέ από το χρέος μη κινούντες». Ιδανικά που στις μέρες μας δεν μπορούμε να θεωρούμε ως δεδομένα και που οφείλουμε να διαφυλάξουμε με το δικό μας αγώνα.

Με τις σκέψεις αυτές, καλώ όλους να αναφωνήσουμε

Ζήτω η 25η Μαρτίου 1821!

Ζήτω η Ελλάδα!»

Ἐκ τῆς Ἀρχιγραμματείας

 




Η ΟΝΟΜΑΣΤΙΚΗ ΕΟΡΤΗ ΤΟΥ ΜΑΚΑΡΙΩΤΑΤΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΟΥ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ Κ.Κ. ΘΕΟΦΙΛΟΥ

Τήν Κυριακήν, 9ην /20ήν  Μαρτίου 2022, ἐπί τῇ μνήμῃ τῶν Ἁγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων, τῶν μαρτυρησάντων εἰς τήν λίμνην Σεβαστείας τοῦ Πόντου ἐπί Λικινίου τό 320 μ.Χ. ἑωρτάσθη ἡ ὀνομαστική ἑορτή τῆς Α.Θ.Μ. τοῦ Πατρός ἡμῶν καί Πατριάρχου Ἱεροσολύμων κ. κ. Θεοφίλου, καθ’ ὅτι εἷς τῶν καλλινίκων τούτων μαρτύρων ὠνομάζετο Θεόφιλος.

Ἡ ἑορτή αὕτη ἑωρτάσθη ὡς «Παρρησία. Ἀφ’ ἑσπέρας ἐτελέσθη Μέγας Ἑσπερινός εἰς τό Καθολικόν τοῦ Πανιέρου Ναοῦ τῆς Ἀναστάσεως, προεξάρχοντος τοῦ Μακαριωτάτου.

Τήν ἑπομένην προσηνέχθη ἡ ἀναίμακτος Θυσία εἰς τό Καθολικόν, προεξάρχοντος καί πάλιν τοῦ Μακαριωτάτου καί συλλειτουργούντων Αὐτῷ τῶν Σεβασμιωτάτων Μητροπολιτῶν Ναζαρέτ κ. Κυριακοῦ, Καπιτωλιάδος κ. Ἡσυχίου, τῶν Σεβασμιωτάτων Ἀρχιεπισκόπων  Γεράσων κ. Θεοφάνους, Κωνσταντίνης κ. Ἀριστάρχου, Θαβωρίου κ. Μεθοδίου, Σεβαστείας κ. Θεοδοσίου, Ἱεραπόλεως κ. Ἰσιδώρου, Ἀνθηδῶνος κ. Νεκταρίου,  Πέλλης κ. Φιλουμένου καί Μαδάβων κ. Ἀριστοβούλου, συμπροσευχομένων τῶν Σεβασμιωτάτων Ἀρχιερέων Μητροπολίτου Διοκαισαρείας κ. Βενεδίκτου καί Ἀρχιεπισκόπου  Ἰόππης κ. Δαμασκηνοῦ, Ἁγιοταφιτῶν Ἱερομονάχων καί διακόνων ὧν πρῶτος ὁ Δραγουμᾶνος Ἀρχιμανδρίτης π. Ματθαῖος, ἐκπροσώπων τῶν Ἐκκλησιῶν τῶν Πατριαρχείων Μόσχας καί Ρουμανίας, ψάλλοντος τοῦ Ἱεροδιακόνου π. Συμεών Γραμματέως τῆς Ἁγίας καί Ἱερᾶς Συνόδου καί τοῦ κ. Βασιλείου Γκοτσοπούλου καί τῶν μαθητῶν τῆς Πατριαρχικῆς Σχολῆς Σιών, παρουσίᾳ τοῦ Γενικοῦ Προξένου τῆς Ἑλλάδος εἰς τά Ἱεροσόλυμα κ. Εὐαγγέλου Βλιώρα καί μελῶν τοῦ Προξενείου καί τοῦ Πρέσβεως τῆς Γεωργίας κ. Λάσια καί προσευχομένων μοναχῶν, μοναζουσῶν καί ἐντοπίων μελῶν τῆς Κοινότητος Ἱεροσολύμων καί προσκυνητῶν.

Μετά τήν θείαν Λειτουργίαν ἠκολούθησεν Δοξολογία. Μετά ταῦτα, ἔλαβε χώραν ἄνοδος εἰς τό Πατριαρχεῖον. Ἐνταῦθα προσεφώνησε τόν Μακαριώτατον ὁ Γέρων Ἀρχιγραμματεύς ὡς ἕπεται:

Μακαριώτατε Πάτερ καί Δέσποτα,

Ἐνῷ ἀνερχόμεθα τάς πνευματικάς βαθμίδας τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς πρός ὑποδοχήν  τοῦ Ἁγίου Πάσχα, προσλαμβάνομεν παρά τῆς Ἐκκλησίας ὡς δρόσον Ἀερμών παραμυθητικήν τήν μνήμην τῶν Ἁγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων, τῶν ἐν τῆ λίμνῃ Σεβαστείας τοῦ Πόντου ἐπί Λικινίου τό ἔτος 320 καλῶς ἀθλησάντων καί στεφανωθέντων. Ἡ εἰς  Χριστόν ζέουσα πίστις αὐτῶν, ἡ ὑπομονή καί ἡ καρτερία, ἡ ἀψηφήσασα καί νικήσασα τό δριμύ ψῦχος, ἐνισχύει καί ἐνθαρρύνει ἡμᾶς τά μέγιστα  διά τήν συνέχισιν τοῦ ἀγῶνος τῆς νηστείας οὐχί ὡς ἀποχῆς βρωμάτων μόνον ἀλλά πρωτίστως ὡς ἀλλοτριώσεως ἀπό τῶν παθῶν καί ὡς κατακτήσεως τῶν ἀρετῶν τοῦ Χριστοῦ, ἵνα καί συνδοξασθῶμεν μετ’ Αὐτοῦ.

Εἰς τούς καλλινίκους μάρτυρας τούτους, τούς κοσμοῦντας τό ἑορτολόγιον τοῦ μηνός Μαρτίου, ἀποδίδει ἰδιαιτέραν τιμήν ἡ Ἐκκλησία  Ἱεροσολύμων καί διά τόν λόγον ὅτι ὁ Προκαθήμενος αὐτῆς, ἡ Ὑμετέρα σεπτή Μακαριότης, φέρει τό ὄνομα ἑνός τούτων, τοῦ ἁγίου μάρτυρος Θεοφίλου. Πρός τιμήν τοῦ μάρτυρος τούτου καί τῆς Ὑμετέρας Μακαριότητος τῇ πλήρει συμμετοχῇ  τῶν μελῶν τῆς γεραρᾶς ἡμῶν Ἁγιοταφιτικῆς Ἀδελφότητος καί τοῦ εὐσεβοῦς ποιμνίου προσηνέχθη ἡ ἀναίμακτος θυσία καί ἀνεπέμφθη Δοξολογία εἰς τόν πανίερον Ναόν τῆς Ἀναστάσεως καί δή κατά τήν τάξιν «Παρρησίας».

Προσευχηθέντες λειτουργικῶς ὑπέρ ὑγιείας, εὐσταθείας καί μακροημερεύσεως τῆς Ὑμετέρας Μακαριότητος, νῦν ἐν τῇ αἰθούσῃ ταύτῃ τοῦ Πατριαρχείου ἀποπληροῦμεν, ὅσα ὀφείλομεν Αὐτῇ μνείας, ἐπαίνου καί εὐχαριστίας ἄξια.

Ἐν πρώτοις ὅτι ἡ Ὑμετέρα Μακαριότης εὐήκοον ἔτεινεν οὖς εἰς τάς αἰτήματα Ἑληνορθοδόξου Ἀραβοφώνου ποιμνίου εἴτε διά τήν οἰκονομικήν ἐνίσχυσιν τῶν ἔργων αὐτοῦ, ἰδίᾳ τῆς στηρίξεως  τοῦ ἐκπαιδευτικοῦ  συστήματος τῆς  λειτουργίας  τῶν σχολείων αὐτοῦ εἴτε διά τήν Θεολογικήν κατάρτισιν νέων, ἵνα ὑπηρετήσωσιν ἀκολούθως ὡς ἱερεῖς, πνευματικοί ὁδηγοί τῶν ἐνοριῶν τῶν Κοινοτήτων αὐτῶν. Ταὐτοχρόνως τό ἱδρυθέν ὑπ’ Αὐτῆς Κυριακάτικον φυλλάδιον «Νούρ Ἰλ Μασίχ» καί ἡ συνοδεύουσα τοῦτο μηνιαία Ἐκκλησιαστική ἐφημερίς, ἐσυνέχισαν διανεμόμενα δωρεάν νά ἐπιτελοῦν τό διαπαιδαγωγικόν Κατηχητικόν αὐτῶν ἔργον, τό καλλιεργοῦν τήν διατήρησιν τῆς Ἑλληνορθοδόξου ταυτότητος εἰς τάς ψυχάς τῶν μελῶν τοῦ ποιμνίου ἐν τῷ συνδέσμῳ αὐτῶν μετά τοῦ Πατριαρχείου. Ἔνδειξις ἐπίσης τοῦ ζωηροῦ ἐνδιαφέροντος τῆς Ὑμετέρας Μακαριότητος ὑπέρ τῆς διατηρήσεως, προβολῆς καί ἀξιοποιήσεως τῆς ἐκπαιδευτικῆς καί πολιτιστικῆς κληρονομιᾶς τοῦ Πατριαρχείου τυγχάνει ἡ ἀπό διετίας καί πλέον ἀναληφθεῖσα καί συνεχίζουσα διενουργουμένη συντήρησις ὑπό τοῦ ἐκ Κύπρου εἰδικοῦ συντηρητοῦ κ. Σταύρου Ἀνδρέου παλαιτύπων καί ἐντύπων τῆς Κεντρικῆς Βιβλιοθήκης, τῆς Βιβλιοθήκης τῆς περιωνύμου Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Σταυροῦ καί ἡ  ἀναδιοργάνωσις  τοῦ πολυτίμου ὑλικοῦ τοῦ Ἀρχείου.

Εἰς τόν προσκυνηματικόν τομέα ἡ Ὑμετέρα Μακαριότης ἐπέδειξεν ἰδιαιτέραν εὐαισθησίαν διά τήν προάσπισιν καί διατήρησιν ἀφ’ ἑνός μέν τῶν δικαιωμάτων τοῦ γένους ἡμῶν, ἀφ’ ἑτέρου δέ διά τήν ἐν ἡγετικῷ ρόλῳ τοῦ Πατριαρχείου συνεργασίαν μετά τῶν ἄλλων Κοινοτήτων. Καρπός τοῦ πνεύματος τούτου ὑπῆρξεν ἡ πρό τετραετίας συνῳδά μελέτῃ τοῦ Μετσοβίου Πολυτεχνείου Ἀθηνῶν συντήρησις καί ἀνακαίνισις τοῦ Ἱεροῦ Κουβουκλίου τοῦ Παναγίου Τάφου, συνέχεια δέ τοῦ ἱστορικοῦ τούτου ἔργου εἶναι τό πρό ὀλίγων μόνον ἡμερῶν συνῳδά μελέτῃ τοῦ Πανεπιστημίου Sapienza τῆς Ρώμης ἀρξάμενον ἔργον συντηρήσεως τῶν πλακῶν τῶν χώρων τοῦ βορείου τμήματος  τοῦ δαπέδου τῆς ροτόντας, τοῦ ἑπτακαμάρου, τοῦ πρό τοῦ ἱεροῦ Κουβουκλίου καί ἀνασκαφῆς τοῦ ὑπεδάφους τούτων διά στερεωτικάς ἐργασίας. Ἐκ τῶν ἔργων τούτων τῆς εὐπρεπείας τοῦ οἴκου τοῦ Θεοῦ ἐκπέμπεται μήνυμα συνδιαλλαγῆς, συνεργασίας  καί εἰρήνης ἐκ τοῦ Ἁγίου Τάφου πρός τήν διεθνῶς ἐν διχασμοῖς καί πολέμοις δοκιμαζομένην ἀνθρωπότητα. Ἡ Βασιλική τῆς Γεννήσεως τῆς Βηθλεέμ ὡσαύτως οὐδόλως ἐστερήθη τοῦ ἐνδιαφέροντος καί τῆς μερίμνης τῆς Ὑμετέρας Μακαριότητος ὡς ἐμφαίνεται ἐκ τῆς ὁλοέν ὁλοκληρουμένης ἐπιστημονικῆς συντηρήσεως τοῦ εἰκονοστασίου αὐτῆς ὑπό εἰδημόνων τῆς ἑταιρείας ARTIS καί ἐκ τῆς προετοιμαζομένης ὁσονούπω ἀνακαινίσεως τοῦ θεοδέγμονος Σπηλαίου ὑφ΄ ἡμῶν καί τῶν Φραγκισκανῶν μόνον συμφώνως  τῷ Προσκυνηματικῷ Καθεστῶτι.

Ἐξ ὅλων τούτων πλέον ἀξιομνημόνευτος τυγχάνει ἡ ἀναληφθεῖσα  ὑπό τῆς Ὑμετέρας Μακαριότητος πρωτοβουλία ὑπέρ τῆς προστασίας τῆς χριστιανικῆς ὀντότητος  εἰς τήν Ἁγίαν Γῆν. Εἰς τό πλαίσιον τῆς πρωτοβουλίας ταύτης κατηγγέλθησαν πρῶτον ἀπό τοῦ διακυβευομένου ἐκ τῶν παρανόμων συμφωνιῶν εἰς τήν Πύλην τοῦ Δαβίδ ξενοδοχείου Imperial τοῦ Πατριαρχείου κατά τήν τελετήν ἀνάμματος τοῦ δένδρου τῶν Χριστουγέννων ἐνέργειαι καταπιέσεως τῶν χριστιανῶν ὑπό ἀκραίων ἐξτρεμιστικῶν στοιχείων. Ἐκ τῆς ἀπευκταίας ἐπικρατήσεως τῶν στοιχείων τούτων διακινδυνεύεται ἡ ἀπ’ αἰώνων διά τῆς πύλης τοῦ Δαβίδ εἴσοδος τῶν Ἀρχηγῶν τῶν Χριστιανικῶν Ἐκκλησιῶν εἰς τάς ἕδρας αὐτῶν καί ἡ εἴσοδος τῶν προσκυνητῶν καί διέλευσις αὐτῶν πρός τόν Ναόν τῆς Ἀναστάσεως. Εἰς τήν πρωτοβουλίαν ταύτην ἡ Ὑμετέρα Μακαριότης συνεκάλεσε καί προσέλαβε συνεργούς τούς Ἀρχηγούς τῶν Χριστιανικῶν Ἐκκλησιῶν εἰς τήν Ἁγίαν Γῆν. Διά τῆς συνεντεύξεως δέ Αὐτῆς εἰς τήν ἐφημερίδα Times τοῦ Λονδίνου ἐκίνησε τό ἐνδιαφέρον συνηγορίας, τόσον τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Κανταρβουρίας, κ. John Welby, ὅσον καί τοῦ Μακαριωτάτου Πατριάρχου Μόσχας κ. Κυρίλλου καί τοῦ Ὑπουργείου Ἐξωτερικῶν τῆς Ἑλλάδος καί ἄλλων παραγόντων σημαντικῆς πολιτικῆς ἐπιρροῆς. Αἱ ἐνέργειαι αὗται ἔφερον τό ἀποτέλεσμα αὐτῶν εἰς τό  Ὑπουργεῖον Ἐξωτερικῶν τοῦ Ἰσραήλ, ὥστε νά ἐπιδείξῃ ἐνδιαφέρον πρός διάλογον καί ἐπίλυσιν τοῦ προβλήματος διά Κυβερνητικῆς καί οὐχί διά Δικαστικῆς διαδικασίας.

Ἐκ τῶν τελεσφόρων καί λίαν λυσιτελῶν ἐνεργειῶν τούτων τῆς Ὑμετέρας Μακαριότητος παραδειγματιζόμεθα καί ἐνθαρρυνόμεθα οἱ Ἁγιοταφῖται Πατέρες, ὥστε μετά ζήλου ἕκαστος κατ’  ἰδίαν καί ἐν συλλογικῇ συνεργασίᾳ νά ἐπιτελῶμεν τήν Ἁγιοταφιτικήν ἡμῶν διακονίαν καί νά θέτωμεν τόν λίθον ἡμῶν εἰς τήν συμπληρουμένην οἰκοδομήν τοῦ σώματος τοῦ Πατριαρχείου διά τήν ἔτι εὐπρεπεστέραν προβολήν αὐτοῦ εἰς τόν κόσμον καί τήν ἔτι πλουσιωτέραν αὐτοῦ προσφοράν εἰς τό κοινωνικόν σύνολον.

Ἐν τῷ πνεύματι τῆς χαρᾶς τῆς Ὀνομαστικῆς Ὑμῶν ἑορτῆς, Μακαριώτατε καί τῆς ἐλπίδος, τῆς πηγαζούσης ἐκ τῶν ἔργων Ὑμῶν, ὑψῶ τό ποτήριον ἐξ ὀνόματος τῆς Ἁγίας καί Ἱερᾶς Συνόδου καί τῆς Ἁγιοταφιτικῆς Ἀδελφότητος ὅλης καί εὔχομαι Ὑμῖν ἔτη ὅσα πλεῖστα, εἰρηνικά, εὐφρόσυνα, εὐσταθῆ, δημιουργικά καί καρποφόρα πρός ἔπαινον τοῦ παλαιφάτου ἡμῶν Πατριαρχείου καί τοῦ εὐλογημένου ἡμῶν γένους καί δόξαν τοῦ ἐν Τριάδι Θεοῦ ἡμῶν. Γένοιτο.

 

Ὁ κ. Βλιώρας προσεφώνησεν ὡς ἕπεται:

“Μακαριώτατε,

Σεβασμιώτατοι,

Σεβαστοί Πατέρες,

Κυρίες και κύριοι,

 Η συμμετοχή στο σημερινό εορτασμό αποτελεί ιδιαίτερη τιμή και χαρά για όλους μας, καθώς η Αγιοταφιτική Αδελφότητα και το ευλαβές Ποίμνιο, ανάμεσά τους και οι υπηρετούντες στο Γενικό Προξενείο της Ελλάδας στα Ιεροσόλυμα, τιμούμε τα Ονομαστήρια του Προκαθήμενου της Σιωνίτιδος Εκκλησίας, της Μητέρας των Εκκλησιών, της Αυτού Θειοτάτης Μακαριότητος, του Πατριάρχη Ιεροσολύμων κ.κ. Θεόφιλου Γ΄

Με την ευκαιρία αυτή, Μακαριώτατε, εκφράζουμε εξ ονόματος της Ελληνικής Πολιτείας, τον σεβασμό και την ευγνωμοσύνη προς το πρόσωπό Σας για το ποιμαντικό Σας έργο, για το σημαντικό έργο της διαφύλαξης και ανάδειξης των Ιερών προσκυνημάτων της Πίστης μας στους Αγίους Τόπους, για την προάσπιση των δικαίων και δικαιωμάτων του καθ’ ημάς Πατριαρχείου και για τη διαφύλαξη της Ελληνικής και Ελληνορθοδόξου παρουσίας στην Αγία Γη.

Η αφοσίωσή και η προσήλωσή Σας στο πολυδιάστατο αυτό έργο και στα ιερά Σας καθήκοντα με εκκλησιαστικό φρόνημα και ακεραιότητα, οι άοκνες προσπάθειες, με τις οποίες φέρετε εις πέρας την υψηλή αποστολή Σας, σε μια ταραχώδη περιοχή, που εξακολουθεί να αντιμετωπίζει μεγάλες προκλήσεις, τυγχάνουν γενικής αναγνώρισης και έχουν καθιερώσει, στην κοινή συνείδηση, το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων ως κορυφαίο παράγοντα ενότητας, ειρήνευσης και συνεννόησης στην Αγία Γη.

Με δικές Σας πρωτοβουλίες, προωθείται η αναστήλωση και ανάδειξη των Ιερών Προσκυνημάτων, ενώ μεριμνάτε για τη διατήρηση του Προσκυνηματικού Καθεστώτος στην Αγία Γη και για την πνευματική καθοδήγηση και ευημερία ενός ποιμνίου, που αντιμετωπίζει σημαντικές και πολυποίκιλες προκλήσεις.

Σε μια εποχή που ταλανίζεται από συγκρούσεις, ανακατατάξεις και αναζήτηση νέων ισορροπιών, όπου ο φανατισμός και η μισαλλοδοξία ενισχύονται, η ειλικρινής Σας διάθεση για συνεννόηση, συμφιλίωση και καταλλαγή, τόσο σε σχέση με τις άλλες ομολογίες και τις άλλες θρησκείες, στο ιδιαίτερο περιβάλλον των Ιεροσολύμων και των Αγίων Τόπων, όσο και στο πλαίσιο της ευρύτερης προσπάθειας για ειρήνευση στην πολύπαθη αυτή περιοχή, αναδεικνύει το κύρος του Ιερού Καθιδρύματος, καθιστώντας το παράγοντα μετριοπάθειας και σταθερότητας.

Με την ευκαιρία των σημερινών ονομαστηρίων Σας, θα ήθελα για άλλη μια φορά να διαβεβαιώσω τόσο Εσάς όσο και τα μέλη της Αγιοταφιτικής Αδελφότητος ότι η συμπαράταξη και συμπαράσταση της Ελληνικής Πολιτείας και των συμπατριωτών μας, προς το καθ’ ημάς Πατριαρχείο, προς την Αδελφότητα και Εσάς είναι και παραμένει ομόπνοη και ουσιαστική, και να Σας εκφράσω, την αναγνώριση και το θαυμασμό μας για το πολυσήμαντο έργο που επιτελείτε με απαράμιλλη αφοσίωση, ζήλο και αυταπάρνηση.

Με την αφορμή αυτή, επιτρέψτε μας να εκφράζουμε, εκ μέσης καρδίας, τις ευχαριστίες μας, για την απαράμιλλη φιλοξενία της οποίας έχουμε τύχει, τόσο ο ομιλών, όσο και το προσωπικό της Αρχής μας κατά τις επισκέψεις μας στα Άγια Προσκυνήματα, όπου έχουμε την ευκαιρία να διαπιστώσουμε τον ιδιαίτερα συγκινητικό μόχθο, την έγνοια και τη φροντίδα για τα Άγια Προσκυνήματα, ιδιαίτερα στις συνθήκες που δημιουργεί η τρέχουσα πανδημία,

Μακαριώτατε,

Η προάσπιση του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων, των δικαίων και των δικαιωμάτων του, αποτελεί σπουδαιότατη προτεραιότητα για την Πατρίδα μας, όπως διαμηνύεται με κάθε ευκαιρία, δεδομένης και της συνεισφοράς Σιωνίτιδος Εκκλησίας στην Ορθοδοξία και στον Ελληνισμό, ως μακραιώνου μάρτυρα και θεματοφύλακα μιας πολύτιμης θρησκευτικής και ιστορικής παρακαταθήκης.

Επιτρέψτε μου, τη γιορτινή αυτή μέρα, να Σας απευθύνω τις πλέον ειλικρινείς και εγκάρδιες ευχές μας, για υγεία, μακροημέρευση και από Κυρίου στήριξη, ούτως ώστε να συνεχίσετε να φέρετε εις πέρας την υψηλή αποστολή Σας, επ’ ωφελεία του Πατριαρχείου, της Αδελφότητας, του Ελληνορθόδοξου Ποιμνίου Σας και της αδιάλειπτης Ορθόδοξης Μαρτυρίας στην Αγία Γη”.

Ἐν συνεχείᾳ προσεφώνησεν ὁ Πρέσβυς τῆς Γεωργίας, οἱ Ἐκπρόσωποι τοῦ Πατριαρχείου Μόσχας καί Ρουμανίας καί Ἁγιοταφῖται Πατέρες.

Τούτους ηὐχαρίστησε ὁ Μακαριώτατος διά τῆς κάτωθι ἀντιφωνήσεως Αὐτοῦ:

«Ὡς λίαν φαιδρά, εὐπρεπής τε τοῦ Σταυροῦ Χριστὲ ἡ δύναμις, δι’ ἐναντίων στέφη πλέκουσα, τοῖς τεσσαράκοντα Μάρτυσιν· ὕδωρ γὰρ καὶ πῦρ διελθόντες, ἐν ἀφθαρσίᾳ κραυγάζουσιν· Εὐλογητὸς εἶ ὁ Θεός, ὁ τῶν Πατέρων ἡμῶν». Ἀναφωνεῖ  ὁ ὑμνῳδός τῆς Ἐκκλησίας.

 Ἐκλαμπρότατε κ. Γενικέ Πρόξενε τῆς Ἑλλάδος

κ. Εὐάγγελε Βλιώρα,

Σεβαστοί Ἅγιοι Πατέρες καί Ἀδελφοί,

Εὐλαβεῖς χριστιανοί καί προσκυνηταί

«Ἐξαπόστειλον [ὁ Θεός] τό φῶς σου καί τήν ἀλήθειάν σου· αὐτά μέ ὡδήγησαν καί ἤγαγόν με εἰς ὄρος ἅγιόν σου καί εἰς τά σκηνώματά σου», (Ψαλμ. 42,3) ἀναφωνεῖ ἡ σεβάσμιος χορεία τῶν ἁγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων τῶν ἐν Σεβαστείᾳ τῇ πόλει μαρτυρησάντων, ὧν καί τήν ἐτήσιον αὐτῶν μνήμην φαιδρῶς πανηγυρίζομεν σήμερον.

Οἱ ἅγιοι οὗτοι Τεσσαράκοντα μάρτυρες, «ἐπί τῆς γῆς ἡγωνίσαντο, τῷ ἀέρι ἐνεκαρτέρησαν, τῷ πυρί παρεδόθησαν, τό ὕδωρ αὐτούς ὑπεδέξατο. Ἐκείνων ἐστίν ἡ φωνή «Διήλθομεν διά πυρός καί ὕδατος καί ἐξήγαγες ἡμᾶς εἰς ἀναψυχήν», (Ψαλμ. 65,12), λέγει ὁ Μέγας Βασίλειος. Τοῦτο ἐποίησαν οἱ ἅγιοι μάρτυρες ἀκούοντες εἰς τούς λόγους τοῦ σοφοῦ Παύλου λέγοντος «ἡγοῦμαι πάντα ζημίαν εἶναι διά τό ὑπερέχον τῆς γνώσεως Χριστοῦ Ἰησοῦ τοῦ Κυρίου μου, δι’ ὅν τά πάντα ἐζημιώθην, καί ἡγοῦμαι σκύβαλα εἶναι, ἵνα Χριστόν κερδήσω», (Φιλ. 3,8).

Κατά δέ τόν ἅγιον Γρηγόριον Νύσσης, «τοῖς μεγάλοις τούτοις ἀγωνισταῖς οὐδέ αὐτός ὁ ἥλιος ἐφάνη γλυκύς· ἀλλά καί τούτου ἑκουσίως ἠλλοτριοῦντο, ἵνα μή τοῦ ἀληθινοῦ φωτός ἀποπέσωσι … ἐκείνοις πάντα ἐχθρά, πάντα ἀλλότρια ἦν. Ἕν μόνον ἀγαθόν, ὁ Χριστός. Πάντα ἠρνήσαντο, ἵνα τοῦτον κερδήσωσιν».

Τοῦτο ἀποδεικνύει τήν μεγάλην ὄντως ἀγάπην τῶν μαρτύρων πρός τόν Θεόν καί Σωτῆρα ἡμῶν Χριστόν «τοῦ ἐκ σκότους καλέσαντος αὐτούς εἰς τό θαυμαστόν αὐτοῦ φῶς», (Α΄ Πετρ. 9). Οἱ θεόλεκτοι οὗτοι μάρτυρες ἐτόλμησαν, ἵνα ἀποθάνωσιν διά τό μοναδικόν «ἀγαθόν» τόν δίκαιον, δηλονότι τοῦ Θεοῦ τόν Χριστόν, ὡς κηρύττει ὁ θεῖος Παῦλος λέγων: «Μόλις γάρ ὑπέρ δικαίου τις ἀποθανεῖται· ὑπέρ γάρ τοῦ ἀγαθοῦ τάχα τις καί τολμᾷ ἀποθανεῖν», (Ρωμ. 5,7).

Ὁ χορός ὁ Ἅγιος, οἱ ἴσοι τήν ἄθλησιν, ἴσοι τήν γνώμην καί οἱ ἴσοι τούς στεφάνους δεξάμενοι, ἔνθεοι Τεσσαράκοντα Μάρτυρες, ὡς ἄλλοι τρεῖς παῖδες ἐν τῇ καμίνῳ, ὡς ἐξ ἑνός στόματος ὕμνουν καί ἐδόξαζον καί ηὐλόγουν τόν Θεόν (πρβλ. Δαν. 3,23, Προσευχή 27) λέγοντες «εἰ γάρ σύμφυτοι γεγόναμεν τῷ ὁμοιώματι τοῦ θανάτου αὐτοῦ, ἀλλά καί τῆς ἀναστάσεως ἐσόμεθα … εἰ δέ ἀπεθάνομεν σύν Χριστῷ, πιστεύομεν ὅτι καί συζήσομεν αὐτῷ, εἰδότες ὅτι Χριστός ἐγερθείς ἐκ νεκρῶν οὐκέτι ἀποθνήσκει, θάνατος αὐτοῦ οὐκέτι κυριεύει», (Ρωμ. 6,5,8-9).

Ἔχοντες βεβαίαν τήν πίστιν οἱ ἅγιοι Μάρτυρες, ὅτι «εἰ ἀπεθάνομεν σύν Χριστῷ, συζήσωμεν αὐτῷ» οὐκ ἐπτοήθησαν οὐδέ ἐφοβήθησαν, ἀλλά τοὐναντίον θείῳ πνεύματι κινούμενοι, ἐζήτουν «τήν ἀπολύτρωσιν αὐτῶν διά τοῦ αἵματος τοῦ Χριστοῦ, τήν ἄφεσιν τῶν παραπτωμάτων, δηλονότι τοῦ καθαρισμοῦ τῶν ἁμαρτιῶν αὐτῶν, κατά τόν πλοῦτον τῆς χάριτος αὐτοῦ» (πρβλ. Ἐφ. 1,7).

Ἡ ἐτήσιος αὕτη ἑορτή τῶν ἁγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων καί ἰδιαιτέρως τοῦ συμμάρτυρος αὐτῶν Θεοφίλου, οὗτινος τήν σεπτήν ἐπωνυμία φέρει καί ἡ Ἡμετέρα Ταπεινότης, ἀποτελεῖ «μνημόσυνον ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ» (Πραξ. 10,4). Καί τοῦτο, διότι «οἱ τήν γῆν οὐρανώσαντες, καί τά πάντα φωτίσαντες» ἅγιοι Τεσσαράκοντα ἀνεδείχθησαν ἀψευδεῖς μάρτυρες καί κήρυκες τῇ οἰκουμένῃ τῶν τοῦ Χριστοῦ παθημάτων καί τῆς ἀναστάσεως Αὐτοῦ, ἀλλά καί -κατά τόν Γρηγόριον Νύσσης- δορυφόροι τοῦ Χριστοῦ καί τῶν Ἐκκλησιῶν αὐτοῦ οἰκοδόμοι, ἐποικοδομηθέντες, κατά τόν θεῖον Παῦλον, ἐπί τῷ θεμελίῳ τῶν Ἀποστόλων καί Προφητῶν καί δή ἐπί τοῦ τιμίου καί μαρτυρικοῦ αἵματος Ἰησοῦ Χριστοῦ ὄντος ἀκρογωνιαίου [λίθου] αὐτοῦ» (πρβλ. Ἐφ. 2,20).

Οἱ ἅγιοι Τεσσαράκοντα Μάρτυρες ἀνεδείχθησαν οἰκοδόμοι τῆς Ἐκκλησίας, διότι, κατά τόν Μέγαν Βασίλειον, «θέατρον γενόμενοι [οὗτοι] τῷ κόσμῳ, καί ἀγγέλοις καί ἀνθρώποις» (πρβλ. Α΄ Κορ. 4,9), «τούς πεπτωκότας ἤγειραν, τούς ἀμφιβόλους ἐβεβαιώσαντο, τοῖς εὐσεβέσι τήν ἐπιθυμίαν ἐδιπλασίασαν»· κατά δέ τόν ὑμνῳδόν αὐτῶν: «Τό σεπτόν στερέωμα, τῆς Ἐκκλησίας, ὡς ἀστέρες μέγιστοι, καταλαμπρύνετε ἀεί, καί τούς πιστούς καταγαύζετε, Μάρτυρες θεῖοι, Χριστοῦ τεσσαράκοντα».

Ἡ ἁγία ἡμῶν τῶν Ἱεροσολύμων Ἐκκλησία ἐν ἀγαλλιάσει καί χαρᾷ τιμῶσα τήν μνήμην τῆς γενεθλίου ἡμέρας τοῦ μαρτυρίου τῶν ὑπέρ τῆς τοῦ Χριστοῦ ἀγάπης ἀθλησάντων ἁγίων Τεσσαράκοντα ὡς καί τοῦ συναθλήσαντος αὐτοῖς ἀθλοφόρου Θεοφίλου, ἐπετέλεσε ἐν τῷ Πανιέρῳ Ναῷ τῆς Ἀναστάσεως τό μέγα τῆς Θείας Εὐχαριστίας μυστήριον, τῆς Ἡμῶν Μετριότητος προεξαρχούσης καί περιστοιχουμένης ὑπό τῶν τιμίων τῆς Ἁγιοταφιτικῆς ἡμῶν Ἀδελφότητος μελῶν, Ἀρχιερέων, Ἱερέων καί Ἱεροδιακόνων, συμπροσευχομένων Ἡμῖν εὐλαβῶν Χριστιανῶν ἐκ τοῦ Χριστεπωνύμου ποιμνίου ἡμῶν, δοξάζοντες οὕτως τόν «θαυμαστώσαντα τούς ἁγίους αὐτοῦ» (Ψαλμ. 4,4).

Προσέτι δέ, ἀνεπέμψαμεν εὐχαριστήριον δοξολογίαν τῷ ἁγίῳ Τριαδικῷ Θεῷ ἐπί τοῖς, τῇ ἐπωνύμῳ τοῦ ἁγίου μάρτυρος Θεοφίλου, ἀγομένοις σεπτοῖς Ἡμῶν Ὀνομαστηρίοις· καί «εὐλογήσαμεν, κατά τόν ἅγιον Πολύκαρπον Σμύρνης, τόν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν, τόν σωτῆρα τῶν ψυχῶν ἡμῶν καί κυβερνήτην τῶν σωμάτων ἡμῶν καί ποιμένα τῆς κατά τήν οἰκουμένην Καθολικῆς Ἐκκλησίας».

Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός ἀναφερόμενος εἰς τήν σημασίαν τῆς ἀποδιδομένης τιμῆς τῶν ἁγίων ἐπικαλεῖται τήν μαρτυρίαν τοῦ Θεολόγου Εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου καί τοῦ σοφοῦ Παύλου, κατά τούς ὁποίους οἱ ἅγιοι γενικώτερον [καί οἱ μάρτυρες εἰδικώτερον] εἶναι φίλοι Χριστοῦ, τέκνα καί κληρονόμοι Θεοῦ· «ὅσοι δέ ἔλαβον αὐτόν [τόν Χριστόν], ἔδωκεν αὐτοῖς ἐξουσίαν τέκνα Θεοῦ γενέσθαι» (Ἰωαν. 1,12). «Ὥστε οὐκέτι εἰσίν δοῦλοι, ἀλλ’ υἱοί· εἰ δέ υἱοί, καί κληρονόμοι, κληρονόμοι μέν Θεοῦ, συγκληρονόμοι δέ Χριστοῦ» (πρβλ. Γαλ. 4,7 & Ρωμ. 8,17).

Λέγομεν δέ τοῦτο, διότι ἡ σημερινή ἑορτή τῶν ἁγίων Τεσσαράκοντα μαρτύρων καί ἰδιαιτέρως τοῦ συμμάρτυρος αὐτῶν Θεοφίλου, δέν ἀφορᾷ εἰς τήν Ἡμετέραν Ταπεινότητα μόνον ἀλλά κυρίως εἰς τόν τῆς Ἐκκλησίας Ἀποστολικόν καί Πατριαρχικόν θεσμόν, διά τοῦ ὁποίου «ἱκανούμεθα εἰς τήν μερίδα τοῦ κλήρου τῶν ἁγίων ἐν τῷ φωτί … τοῦ Υἱοῦ τῆς ἀγάπης αὐτοῦ [τοῦ Θεοῦ]» (πρβλ. Κολ. 1,12-13). «Αὐτός ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ ὁ Χριστός ἐστί προπάντων, καί τά πάντα ἐν αὐτῷ συνέστηκε, καί αὐτός ἐστιν ἡ κεφαλή τοῦ σώματος τῆς Ἐκκλησίας» (Κολ. 1,17-18), «ἥν περιεποιήσατο διά τοῦ ἰδίου αἵματος» (Πραξ. 20,18). Τοῦ αἵματος τούτου τοῦ Χριστοῦ κοινωνοί καί μέτοχοι ἐγένοντο καί οἱ ἀθλοφόροι Τεσσαράκοντα Μάρτυρες.

Ἀκούοντες εἰς τό κήρυγμα τοῦ θείου Παύλου, «ὅτι οὐκ ἔστιν ἡμῖν ἡ πάλη πρός αἷμα καί σάρκα, ἀλλά πρός τάς ἀρχάς, πρός τάς ἐξουσίας, πρός τούς κοσμοκράτορας τοῦ σκότους τοῦ αἰῶνος τούτου, πρός τά πνευματικά τῆς πονηρίας ἐν τοῖς ἐπουρανίοις» (Ἐφ. 6,12), «οἱ ἅγιοι Μάρτυρες οἱ ἀγαπήσαντες τόν Χριστόν, ὑπερεῖδον τά τῆς προσκαίρου ζωῆς, ἵνα δοξάσωσι τόν Θεόν ἐν τοῖς μέλεσιν αὐτῶν», λέγει ὁ Μέγας Βασίλειος. Διό καί ἡ ἔνδοξος μνήμη αὐτῶν τῶν ἁγίων μαρτύρων καί φίλων τοῦ Θεοῦ προβάλλει ὡς ἀστραπή τῆς νοερᾶς φωταγωγίας τοῦ Χριστοῦ, πρός ἀκτῖνα θείαν ὁδηγοῦσα πάντας ἡμᾶς.

Κατά δέ τόν Κλήμεντα Ἀλεξανδρείας: «τελείωσιν τό μαρτύριον καλοῦμεν οὐχ ὅτι τέλος τοῦ βίου ὁ ἄνθρωπος ἔλαβεν ὡς οἱ λοιποί, ἀλλ’ ὅτι τέλειον ἔργον ἀγάπης ἐνεδείξατο». Αὐτό τοῦτο ἀκριβῶς «τό τέλειον ἔργον ἀγάπης» τοὐτέστιν τήν ἑνότητα τῶν κατά τόπους Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν παραγγέλλουσιν ἡμῖν, ὅπως ἐπιδείξωμεν, οἱ ἅγιοι Τεσσαράκοντα Μάρτυρες, ὡς λίαν εὐστόχως διατυπώνει τό παράδειγμα πρός μίμησιν τῶν ἁγίων Μαρτύρων, ὁ ἔγκριτος Πατήρ τῆς Ἐκκλησίας Μέγας Βασίλειος λέγων: «Οὐκ ἦν μία πατρίς τοῖς ἁγίοις, ἄλλος γαρ ἀλλαχόθεν ὥρμητο … Γένος δέ, τό μέν ἀνθρώπινον, ἄλλο ἄλλου, τό δέ πνευματικόν, ἕν ἁπάντων. Κοινός γάρ αὐτῶν Πατήρ, ὁ Θεός, καί ἀδελφοί πάντες, οὐκ ἀπό ἑνός καί μιᾶς γεννηθέντες, ἀλλ’ ἐκ τῆς υἱοθεσίας τοῦ Πνεύματος εἰς τήν διά τῆς ἀγάπης ὁμόνοιαν ἀλλήλοις συναρμοσθέντες». Μέ ἄλλα λόγια, ἐκείνων τῶν ἁγίων Μαρτύρων, ἐστί ἡ τοῦ θείου Παύλου φωνή «σπουδάζοντες τηρεῖν τήν ἑνότητα τοῦ Πνεύματος ἐν τῷ συνδέσμῳ τῆς εἰρήνης», (Ἐφ. 4,3).

Εἰς τήν ὑπακοήν τοῦ παραγγέλματος τούτου, δηλονότι τῆς ἑνότητος, τῆς εἰρήνης, τῆς καταλλαγῆς καί τῆς ἀγάπης τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Θεοῦ καί Σωτῆρος ἡμῶν Χριστοῦ καλούμεθα καί ἡμεῖς, ἀγαπητοί ἀδελφοί, ἰδιαιτέρως κατά τό εὐλογημένον τοῦτο στάδιον τῆς νηστείας τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, «ἵνα συνεργοί γινώμεθα τῇ ἀληθείᾳ» (Γ΄ Ἰωάν. 8). Καί τοῦτο, διότι ὡς λέγει ὁ θεῖος Παῦλος, αὐτός ὁ ἐν τῷ Χριστῷ Θεός ἀνέθεσε εἰς ἡμᾶς τό κήρυγμα τῆς συμφιλιώσεως. «Καί θέμενος ἐν ἡμῖν τόν λόγον τῆς καταλλαγῆς», (Β΄ Κορ. 5,19).

Ἔχοντες λοιπόν συνεργούς καί ἀντιλήπτορας τούς ἁγίους Τεσσαράκοντα Μάρτυρας καί τόν συμμάρτυρα αὐτῶν καί προστάτην ἡμῶν Θεόφιλον καί τήν Ὑπερευλογημένην Θεοτόκον καί Μητέρα τοῦ Θεοῦ, ἀειπάρθενον Μαρίαν ἱκετεύσωμεν αὐτούς, ἵνα ἐν εἰρήνῃ, ταπεινοφροσύνῃ καί μετανοίᾳ ἀξιωθῶμεν καταντῆσαι εἰς τήν λαμπροφόρον Ἀνάστασιν τοῦ Θεοῦ καί Σωτῆρος τῶν ψυχῶν ἡμῶν.

Ἐπί δέ τούτοις, ἐπικαλούμεθα ἐπί πάντας τούς συμπροσευχηθέντας Ἡμῖν καί τούς τιμήσαντας τήν ἑόρτιον ταύτην μνήμην τῶν ἁγίων Μαρτύρων, δύναμιν τήν ἐξ ὕψους, τήν δωρεάν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τήν χάριν τοῦ Παναγίου καί Ζωοδόχου Τάφου, ὑπομονήν καί πᾶσαν παρά Θεοῦ εὐλογίαν, ἐκφράζοντες θερμάς εὐχαριστίας καί πρός τούς προσφωνήσαντας Ἡμᾶς, τόν Γέροντα Ἀρχιγραμματέα, Ἱερώτατον Ἀρχιεπίσκοπον Κωνσταντίνης κ. Ἀρίσταρχον, ὁμιλήσαντα ἐξ ὀνόματος τῶν μελῶν τῆς Ἁγίας καί Ἱερᾶς Συνόδου καί τῆς Ἁγιοταφιτικῆς ἡμῶν Ἀδελφότητος, τόν Ἐκλαμπρότατον Γενικόν Πρόξενον τῆς Ἑλλάδος κ. Εὐάγγελον Βλιώραν, τόν Ἐκλαμπρότατον Πρέσβυν τῆς Γεωργίας εἰς Ἰσραήλ κ. Λάσια, τόν Ἱερώτατον Μητροπολίτην Ναζαρέτ κ. Κυριακόν, ὁμιλήσαντα ἐξ ὀνόματος τοῦ ποιμνίου ἡμῶν εἰς Ναζαρέτ, τόν Ἱερώτατον Ἀρχιεπίσκοπον Ἰόππης  κ. Δαμασκηνόν, ὁμιλήσαντα ἐξ ὀνόματος τοῦ ποιμνίου ἡμῶν εἰς Ἰόππην, τόν Πανοσιολογιώτατον Ἀρχιμανδρίτην π. Ἀλέξανδρον, ἀντιπρόσωπον τῆς ἀδελφῆς Ἁγιωτάτης Ἐκκλησίας τῆς Ρωσίας, διαβιβάσαντα Ἡμῖν τάς εὐχάς τοῦ Μακαριωτάτου Πατριάρχου Μόσχας κ.κ. Κυρίλλου, τόν Ὁσιολογιώτατον Ἀρχιμανδρίτην π. Θεόφιλον, ἀντιπρόσωπον τῆς ἀδελφῆς Ἁγιωτάτης Ἐκκλησίας τῆς Ρουμανίας, διαβιβάσαντα Ἡμῖν τάς εὐχάς τοῦ Μακαριωτάτου Πατριάρχου Ρουμανίας κ.κ. Δανιήλ, τόν Σεβασμιώτατον Μητροπολίτην Διοκαισαρείας κ. Βενέδικτον, Πατριαρχικόν Ἐπίτροπον Βηθλεέμ, ὁμιλήσαντα ἐξ ὀνόματος τοῦ ἐν Βηθλεέμ ποιμνίου καί τοῦ Συλλόγου Βηθλεέμ,  τόν Σεβασμιώτατον Ἀρχιεπίσκοπον Μαδάβων κ. Ἀριστόβουλον, ὁμιλήσαντα ἐξ ὀνόματος τῆς νεοσυστάτου Κοινότητος Beersheba καί τῶν Ἐφημερίων τοῦ Ρωσοφώνου ποιμνίου τοῦ Βορείου Ἰσραήλ, τήν Κοινότητα Ρέμλης,  τόν Αἰδεσιμώτατον π. Γεώργιον Μπαράμκη, ὁμιλήσαντα ἐξ ὀνόματος τοῦ Καθεδρικοῦ Ναοῦ τοῦ Ἁγίου Ἰακώβου τοῦ Ἀδελφοθέου, τούς διδασκάλους κ. Παναγιώταν Καφετζῆ καί κ. Σωτήριον Γκόγκον καί τούς μαθητάς ὁμιλησάντας  ἐξ ὀνόματος τοῦ Σχολείου τοῦ Ἁγίου Δημητρίου τοῦ Πατριαρχείου, τόν ἐντιμότατον κ. Ἀθανάσιον Ἀμποῦ – Ἀέτα ἐκ τοῦ Χωρίου τῶν Ποιμένων, καί ἅπαντας τούς μετασχόντας εἰς τόν ἑορτασμόν τοῦτον.

Εἰς ὑγιείαν πάντων ὑμῶν!

Τήν μεσημβρίαν παρετέθη μοναστηριακή Τράπεζα.

Ἐκ τῆς Ἀρχιγραμματείας.