We greet you, dear Father Francesco, and your Brotherhood, as you celebrate the Feast of Feasts, and we are mindful of the words of the Paschal Liturgy:
Come, receive the Light that is never overtaken by night,
and glorify Christ, who is risen from the dead.
We keep this holy season of light and life at a time of deep darkness for our region and our world, and yet we do not shy from proclaiming that Christ has “trampled down death by death,” and given new life to the world.
It is our spiritual mission to keep the Light of the Gospel shining even in the most difficult of circumstances and the most hopeless of situations. To this end we are steadfast in proclaiming the message of salvation that is given to us and to all humanity in the resurrection of our Lord Jesus Christ from the dead. As our Lord has said, “I am the resurrection and the life. Those who believe in me, even though they die, will live” (John 11:25).
We are also grateful that we remain united in our common conviction as the Churches and Christian Communities of the Holy Land in standing against all forms of violence, in calling for an immediate and sustained ceasefire, the release of the hostages, the guarantee of humanitarian aid, access for doctors and medical personnel, and a fresh commitment to a new path forward for our region that leads us away from prejudice, violence, and war to mutual respect, reconciliation, and peace.
We wish to express our appreciation to you, dear Father Francesco, for your clear commitment to these goals, and we are encouraged by our fraternal co-operation. In the face of such terrible conflict, the readiness of the Churches to join together in a common witness and a common cause is not only a sign of our strength; it is also a visible sign of hope for our peoples in the Holy Land and for all people of good will around the world.
We cannot but mention other challenges that affect our mission. Once again the Israeli municipal authorities are raising the issue of illegal and unfair municipal taxes on church property and even moved to freeze our bank accounts. This would deprive us of essential resources that enable us to run our church, charitable, educational, and other essential services.
We call on the local authorities to respect our historic and universally-recognised rights, so that we can carry out our spiritual mission without impediment or interference.
We are beset by dangers all around. And yet we are not afraid and we do not give up hope. For we are community that believes in the resurrection of our Lord Jesus Christ. As Saint Paul reminds us, affliction produces endurance, and endurance produces character, and character produces hope, and hope does not put us to shame, because God’s love has been poured into our hearts through the Holy Spirit that has been given to us (Rom. 5:3-5).
ΜΑΥ this joyous feast of Easter be a hopeful time for you and your Brotherhood, and for all our peoples, as we rejoice in the victory of our Lord Jesus Christ over sin and death, and may this season bring us a new and tangible path to a lasting peace in our region.
We are pleased to rejoice with you, dear Cardinal Pizzaballa, as you and your communities celebrate the great feast of Easter. As Saint John of Damascus has written:
Meet it is that the heavens should rejoice,
and that the earth should be glad,
and that the whole world, both visible and invisible,
should keep the feast;
for Christ our everlasting joy has arisen.
(From the Canon of Pascha)
Even in the face of the terrible difficulties that we are facing in our region, we must not let violence and war rob us of the everlasting joy of the resurrection of our Lord Jesus Christ, for it is precisely this hope that sustains us, our communities, and the world.
The resurrection, by which our Lord Jesus Christ destroyed sin and death, strengthens us in our resolve to be witnesses for peace and reconciliation. We shall not waver in our calls for an immediate sustained ceasefire, the release of hostages, the effective delivery of humanitarian aid, safe access for medical personnel and supplies, and a new resolution to chart a pathway to peace that promises a future for all those who call the Holy Land our home.
These are not vain desires: they are the necessary actions that will restore life and well-being, and they accord with the Scriptures. As we read in the Book of Proverbs, It is honorable to resolve a dispute (Prov. 20:3), and in the First Letter of Saint Peter, we understand that since, therefore, Christ suffered in the flesh, [we must] arm ourselves also with the same intention (for whoever has suffered in the flesh has finished with sin), so as to live for the rest of our time in the flesh no longer by human desires but by the will of God (1 Pet. 4:1-2).
In addition to our united commitment to peace, justice, and reconciliation in the current war, we remain determined to resist the broadening of areas of conflict in our life. As was the case in 2018, so today in the strongest possible terms we are encouraging the authorities not to over-reach their jurisdiction in attempts to impose illegal and unjust municipal taxation on the Churches that contravene our historical and internationally recognized position and rights. To press this matter in the present circumstances would add an unacceptable level of pressure on the Churches at a time when all people of good will in our region must be focused on the rebuilding of our society, its structures, and communities. We also call on the authorities to refrain from the freezing of all Church assets immediately, so that the Churches can fulfil their mission to serve, to educate, to heal, and to care for those who come to us.
We continue to be grateful to you, Your Beatitude, for your steadfastness in the pastoral care of our communities and for your dedication to our shared efforts within our council of the Patriarchs and Heads of the Churches. At no time has our mutual support and alliance been more crucial for the well-bring and future of the Christian presence in the Holy Land. Our co-operation is one of the few signs of hope in our increasingly fractured and disrupted society.
MAY God strengthen you in your pastoral ministry, and may God sustain us all as we seek to be faithful to our spiritual mission of proclaiming the joy and the hope of the resurrection.
Εξοχώτατε κύριε Αντιπρόσωπε της Κύπρου στην Παλαιστίνη,
Εξοχώτατε κύριε Αντιπρόσωπε της Ιρλανδίας στην Παλαιστινιακή Αρχή,
Σεβαστοί πατέρες και μέλη της Αγιοταφιτικής Αδελφότητος,
Αξιότιμοι συμπατριώτες και φίλοι,
Είναι εύκολο σήμερα, 200 και 3 χρόνια από την Εθνεγερσία του 1821, η Επανάσταση και το αίσιο αποτέλεσμά της να θεωρούνται συχνά μία αναπόδραστη εξέλιξη, η οποία οπωσδήποτε θα επερχόταν, ώστε να συντελεσθεί η απελευθέρωση των Ελλήνων και η πλήρωση του πόθου τους για ανεξαρτησία. Η βεβαιότητα αυτή αποτελεί, από μια άποψη, μέτρο της επιτυχίας της πατρίδας μας, που έχει κατορθώσει, στο διάβα των δύο αιώνων που έχουν μεσολαβήσει, να εξασφαλίσει τη σταθερότητα που επιτρέπει να κοιτάζουμε προς το μέλλον, πατώντας σε στερεά θεμέλια.
Ωστόσο, δύο αιώνες πριν, τίποτε από αυτά δεν ήταν δεδομένο. Ούτε η Επανάσταση, ούτε πολύ περισσότερο η έκβασή της, αποτελούσαν μία αναγκαιότητα επιβαλλόμενη από τη ροή της Ιστορίας. Ο ευγενής Αγώνας του Έθνους μας για ελευθερία ανελήφθη μέσα σε ένα διεθνές περιβάλλον αντίξοο. Η συνεννόηση μεταξύ των Μεγάλων Δυνάμεων της εποχής, στην βάση του Συνεδρίου της Βιέννης, η Ιερά Συμμαχία, απέβλεπε στην διατήρηση της καθεστηκυίας, απολυταρχικής τάξης πραγμάτων, μετά την εμπειρία της Γαλλικής Επανάστασης και των Ναπολεοντείων Πολέμων. Κάθε επαναστατικό κίνημα, οιαδήποτε και αν ήσαν τα κίνητρά του, αποτελούσε απειλή και έπρεπε να καταπνίγεται.
Δυσμενείς ήταν επίσης οι περιστάσεις του Έθνους μας, το οποίο, επί τέσσερεις αιώνες σκληρής τυραννίας, αγωνιζόταν να διαφυλάξει την ταυτότητά του, την πίστη του και τις αξίες του, την ίδια τη γλώσσα του και την ιστορική του συνείδηση. Το έργο της Εκκλησίας προς τούτο ήταν αποφασιστικής σημασίας και της οφείλεται η ευγνωμοσύνη του Ελληνισμού. Όπως και το έργο πολυάριθμων λογίων προσωπικοτήτων, εντός και εκτός του ελλαδικού χώρου, και όλων όσων με υπομονή και αυταπάρνηση αφιερώθηκαν στην αναγέννηση των ελληνικών γραμμάτων και διανόησης και στο κίνημα του ελληνικού Διαφωτισμού.
Ισχνοί ήσαν και οι διαθέσιμοι πόροι, κατά την έναρξη της Επανάστασης. Eλάχιστα χρήματα, εξοπλισμός και προμήθειες, απέναντι στις δυνάμεις μιας αυτοκρατορίας. Το αντιστάθμισμα στις ελλείψεις αυτές ήταν η υπομονετική προετοιμασία της Επανάστασης, η πολεμική εμπειρία λίγων αλλά ικανών ανδρών, η προσεκτική αξιοποίηση κάθε ευκαιρίας που προσέφερε η διεθνής συγκυρία και κυρίως η κινητοποίηση όλων των δυνάμεων του Έθνους, στην επανασταστημένη χώρα και στο εξωτερικό, για την πραγμάτωση του οράματος της ελευθερίας. Και η τόλμη, με ακλόνητη πίστη στο δίκαιο αυτού του οράματος.
Υπό αυτές τις συνθήκες άρχισε ο Αγώνας, το 1821. Οι απροσδόκητες πολεμικές επιτυχίες του κλόνισαν την βεβαιότητα ότι θα κατεπνίγετο. Με τη συστράτευση των δυνάμεων της ελληνικής διασποράς και φιλελλήνων που πίστευαν στις αρχές της ελευθερίας, οι εξελίξεις στα πεδία των μαχών σταδιακά θεμελίωσαν την προοπτική της ευόδωσής του. Η Εκκλησία συνεισέφερε τα μέγιστα στην υποστήριξή του Αγώνα, σε υλικό και πνευματικό επίπεδο, καθώς και προσωπικότητες που πρωταγωνίστησαν για την επιτυχία του. Οι θυσίες της ήταν ανάλογες, από το μαρτυρικό θάνατο του Πατριάρχη Γρηγορίου Ε’, έως και στα πεδία των μαχών.
Πρόκειται για τη λαμπρότερη εποποιΐα της νεότερης Ιστορίας μας, η οποία θεμελίωσε τη σύγχρονη Ελλάδα. Ταυτόχρονα με τον πόλεμο σε ξηρά και θάλασσα, γεννιόνταν σύγχρονοι πολιτικοί θεσμοί, σε μια εποχή που κυριαρχούσε η απολυταρχία. Από τον πρώτο ήδη χρόνο της Επανάστασης, οι εξεγερμένοι Έλληνες κατήρτιζαν Συντάγματα, που θέσπιζαν πολίτευμα δημοκρατικό, με διατάξεις για διάκριση των εξουσιών, ατομικά και πολιτικά δικαιώματα, απόλυτη κατάργηση της δουλείας στην ελληνική επικράτεια, και για αλλοδαπούς που θα κατέφευγαν σε αυτή. Ο αγώνας των Ελλήνων για την ελευθερία τους συνταυτιζόταν εξ αρχής με αξίες πανανθρώπινες, που διαχρονικά καθόρισαν την ταυτότητα του Ελληνισμού.
Ας μη λησμονούμε όμως ότι ήταν ένας αγώνας αμφίρροπος μέχρι τέλους, μακρύς, σκληρός και πολυαίμακτος. Ελληνικοί πληθυσμοί στον ελλαδικό χώρο, τα μικρασιατικά παράλια, την Κύπρο και αλλού υπέστησαν σφαγές ως αντίποινα για την Επανάσταση. Και εδώ, στους Αγίους Τόπους, Έλληνες, Χριστιανοί και η Αγιοταφιτική Αδελφότητα κατέβαλαν το δικό τους τίμημα διώξεων.
Οφείλουμε επίσης να μην παραβλέπουμε ότι ο επαναστατικός αγώνας δεν έχει μόνο λαμπρές σελίδες, αλλά και οδυνηρά, σκοτεινά κεφάλαια. Η διχόνοια έσπειρε τον ολέθριο σπόρο της και κατά την διάρκεια της Επανάστασης, η οποία γνώρισε ως και εμφύλιες συγκρούσεις, ενώ η επιβίωσή της κρεμόταν από μια κλωστή. Κατά πρόσωπο ας κοιτάζουμε και τα λάθη αυτά, αντλώντας με νηφαλιότητα τα διδάγματά τους.
Η μακρά πάλη του Ελληνισμού τελεσφόρησε. Το όραμα της ελευθερίας εκπληρώθηκε και το 1830 η Ελλάδα έλαβε επισήμως την θέση της μεταξύ των κυρίαρχων κρατών. Μετά εννέα χρόνια πολέμου, η χώρα ήταν κατεστραμμένη, με χήρες, ορφανά, αστέγους και αναπήρους να χρειάζονται άμεση φροντίδα. Μέσα σε ασφυκτικά σύνορα, με τα ¾ των Ελλήνων να έχουν μείνει έξω από αυτά. Μικρό, πτωχό και καθημαγμένο άρχιζε την πορεία του στην Ιστορία το νέο ελληνικό κράτος.
Όμως, είχε γεννηθεί. Στους δύο αιώνες που ακολούθησαν, εποχή πυκνών εξελίξεων για όλη την ανθρωπότητα, η Ελλάδα, με την ίδια αφοσίωση των πολιτών της που χαρακτήριζε τους αγωνιστές της Παλιγγενεσίας, κατόρθωσε να προκόψει, να μεγαλώσει και να αναπτυχθεί, να ανταπεξέλθει σε πολλές άλλες προκλήσεις και να εξέλθει ισχυρότερη.
Σήμερα, χαίρει διεθνούς σεβασμού για την θέση της στον κόσμο, με ισχυρές φιλίες και συμμαχίες. Προοδεύει διαφυλάσσοντας τις παραδόσεις της και τις αξίες της. Η πορεία της αποτελεί την καλύτερη δικαίωση των μόχθων και του αίματος των προγόνων μας, που το 1821, ενάντια σε κάθε πρόβλεψη, επεχείρησαν το θεωρούμενο ως αδύνατο.
Η Ελλάδα μπορεί να κοιτάζει το μέλλον με αυτοπεποίθηση, ίση με την υπερηφάνεια με την οποία αναλογίζεται το παρελθόν της. Με την ίδια νηφάλια αυτοπεποίθηση είναι σε θέση να εργάζεται για την προώθηση των αξιών του Ελληνισμού στον κόσμο και την προάσπιση των διαχρονικών προτεραιοτήτων και ενδιαφερόντων του. Μεταξύ αυτών, Μακαριώτατε, παραμένει η διαφύλαξη της χριστιανικής παρουσίας και κληρονομιάς στους Αγίους Τόπους και τα δίκαια του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων.
Καθώς εορτάζουμε σήμερα την εθνική μας επέτειο, ας ευχηθούμε την έλευση της Ειρήνης στην Αγία Γη. Οι πολεμικές συνθήκες στην περιοχή μας και ο σεβασμος στον ανθρώπινο πόνο, ιδίως των αδυνάτων, δεν επιτρέπουν πανηγυρικές εορταστικές εκδηλώσεις. Μας προτρέπουν όμως να αναλογισθούμε τις ιστορικές εμπειρίες της δικής μας χώρας. Από τις οποίες πηγάζει η σταθερή υποστήριξή της στην ειρήνη και στην δικαιοσύνη μεταξύ των εθνών.
Έχω την τιμή και την χαρά να Σας υποβάλω τις θερμότατες ευχές της Ελληνικής Δημοκρατίας και εμού προσωπικώς και των συνεργατών μου επί τοις Υμετέροις σεπτοίς Ονομαστηρίοις. Καθώς τιμούμε την ονομαστική Σας εορτή, αναλογιζόμαστε με αισθήματα βαθύτατου σεβασμού το έργο Σας και τον αγώνα Σας, κατά τη μακρά Σας διαδρομή στην Αγία Γη και στο Πατριαρχείο Ιεροσολύμων.
Ετάξατε Εαυτόν από νεαρά ηλικία στην Εκκλησία και σε μια αποστολή υψηλή και επίμοχθη, στην οποία έχετε αφοσιωθεί με προσήλωση και αυταπάρνηση, υπηρετώντας επί δεκαετίες το έργο της Αγιοταφιτικής Αδελφότητος, εν τέλει και από τον σεπτό Ιεροσολυμιτικό Πατριαρχικό Θρόνο. Οι εργώδεις προσπάθειές Σας για την διαφύλαξη της παράδοσης, της κληρονομίας και των δικαίων του Πατριαρχείου, την ενίσχυση του κύρους και της ακτινοβολίας του και την προστασία και την αναστήλωση των ιερών προσκυνημάτων στους Αγίους Τόπους δικαίως χαίρουν διεθνούς αναγνωρίσεως και σεβασμού.
Ομοίως αναγνωρίζεται με θαυμασμό το υψηλό ποιμαντικό Σας έργο, επ’ ωφελεία της πνευματικής καθοδηγήσεως ενός ποιμνίου που διαχρονικώς αντιμετωπίζει εξαιρετικά αυξημένες δοκιμασίες και προκλήσεις.
Εορτάζουμε σήμερα υπό περιστάσεις δύσκολες και καταθλιπτικές, ενώ η πολεμική σύγκρουση η οποία εξερράγη τον παρελθόντα Οκτώβριο διανύει ήδη τον έκτο μήνα της, χωρίς εισέτι ορατή προοπτική λήξεως, εξακολουθεί να απειλείται διάχυση της κρίσεως σε άλλα μέτωπα και επιδεινούμενη ανθρωπιστική κρίση μαστίζει τη Λωρίδα της Γάζας. Το εκεί ποίμνιό σας τιμά την σημερινή ημέρα υπό δεινές συνθήκες, οι οποίες απειλούν την ύπαρξη του συνόλου της χριστιανικής κοινότητας στην Γάζα. Οι σκέψεις μας στρέφονται ιδίως προς τη Μονή του Αγίου Πορφυρίου, στην οποία έχουν βρει πολύτιμο καταφύγιο πολυάριθμοι συνάνθρωποί μας. Σας διαβεβαιώ, Μακαριώτατε, ότι θα συνεχίσουμε να ενεργούμε για την προστασία της και την παροχή συνδρομής προς αυτήν.
Κατά την παρούσα σκοτεινή συγκυρία, Σας εκφράζουμε την εκτίμηση και την ευγνωμοσύνη μας για τις αδιάκοπες προσπάθειές Σας υπέρ της καταλλαγής, της μετριοπάθειας, της ειρηνεύσεως και της απαλύνσεως του πόνου από τα τραύματα του πολέμου. Στην Ιερή Πόλη των Ιεροσολύμων, το έργο σας για την προαγωγή της ενότητας μεταξύ των Χριστιανικών Εκκλησιών, αλλά και υπέρ της ειρηνικής συνυπάρξεως των τριών μονοθεϊστικών θρησκειών, αποτελεί οδηγό ενάντια στη μισαλλοδοξία και την θρησκευτική αντιπαλότητα.
Η Ελλάδα θα συνεχίσει να περιβάλλει την Υμετέρα Μακαριότητα, την Αγιοταφιτική Αδελφότητα και το Πατριαρχείο με τον ειλικρινή σεβασμό της και τη συμπαράστασή της στο έργο Σας.
Παρακαλώ δεχθείτε επιπλέον τις προσωπικές μου ευχαριστίες για την πάντοτε θερμή και εγκάρδια υποδοχή και για την συνεργασία μας, επί κοινή ωφελεία του Ιερού Καθιδρύματος και της Ελληνικής Δημοκρατίας, για την οποία η διαφύλαξη των δικαίων του Πατριαρχείου και της χριστιανικής παρουσίας και κληρονομιάς στους Αγίους Τόπους αποτελεί ιστορικής σημασίας προτεραιότητα όλου του Ελληνισμού.
Μαζί με τους συνεργάτες μου στο Γενικό Προξενείο της Ελλάδος στα Ιεροσόλυμα, σας εύχομαι, Μακαριώτατε, υγεία, μακροημέρευση, επιτυχία στην αποστολή σας, έτη πολλά και ευλογημένα”.