1

Η ΕΟΡΤΗ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΧΟΖΕΒΑ.

Τήν Τρίτην, 8ην /21ην Ἰανουαρίου 2014, ἑωρτάσθη ἡ ἑορτή τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Χοζεβᾶ.

 Ὡς γνωστόν ἡ Ἱερά αὕτη Μονή εἶναι μία ἐκ τῶν ἀρχαιοτάτων τῆς Παλαιστίνης, κειμένη ἐπί τῆς κλιτύος τοῦ χειμάρρου Χορράθ, ἐκβάλλοντος, κατόπιν διαβάσεως αὐτοῦ διά τῆς πόλεως Ἱεριχοῦς εἰς τήν Νεκράν θάλασσαν.

 Εἰς τήν ἱεράν ταύτην Μονήν, μετά τούς πρώτους ἀσκητάς Πρῶμον, Αἴαντα, Ζήνωνα, καί Γανναῖον διεκρίθησαν ὡς ἡγούμενοι ὁ ἅγιος Ἰωάννης Ἐπίσκοπος Καισαρείας τῆς Παλαιστίνης, ἐλθών εἰς αὐτήν ἐγκαταλείψας τά ἐπισκοπικά αὐτοῦ καθήκοντα τόν 5ον αἰῶνα καί ὁ ἅγιος Γεώργιος ὁ Κύπριος, ἀνακαινίσας τήν Μονήν ἐκ τῶν καταστροφῶν τῆς Περσικῆς εἰσβολῆς τό 614 μ.Χ.

 Εἰς τό ὄνομα τῶν δύο τούτων ἁγίων, φερομένων καί ὡς κτιτόρων τῆς Μονῆς, τιμᾶται ἡ Ἱερά Μονή αὕτη, ἡ ὁποία ἐπεβίωσε τῶν ζημιῶν καί φθορῶν ἐκ τῶν διακυμάνσεων τῆς ἀνθρωπίνης ἱστορίας ἕως τῶν ἡμερῶν ἡμῶν, ἐν αἶς ἐνθυμούμεθα ὡς ἡγούμενον αὐτῆς τόν ἐπί τρακονταετίας καί πλέον ἀφωσιωμένως διακονήσαντα αὐτήν μακαριστόν Ἀρχιμανδρίτην Ἀμφιλόχιον, τόν ἐκ Θεσσαλονίκης μακαριστόν ἡγούμενον Ἀρχιμανδρίτην Ἀντώνιον, εὑρόντα τόν θάνατον ἐκ κατολισθήσεως τοίχου τοῦ Νάρθηκος τῆς Μονῆς, τόν ὁποῖον ἐπεσκεύαζεν, τόν ἐκ Θεσσαλονίκης μακαριστόν Ἀρχιμανδρίτην Γερμανόν, δολοφονηθέντα καθ’ ὁδόν πρός τήν Μονήν ὑπό ἀνοσίου χειρός, τόν ἡγούμενον τῆς Μονῆς Ἀββᾶ Γερασίμου τοῦ Ἰορδανίτου Ἀρχιμανδρίτου π. Χρυσοστόμου, ἀναλαβόντα τήν ἡγουμενείαν εὐδοκίμως διά μίαν μεταβατικήν περίοδον μετά τήν πτῶσιν βράχου εἰς τήν Μονήν καί τόν νῦν ἀνακαινιστικῶς ἐξασκοῦντα τήν ἡγουμενείαν μετά τῆς συνοδείας αὐτοῦ Ἀρχιμανδρίτην π. Κωνσταντῖνον, ἐνταχθέντα ἐκ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος εἰς τήν Ἁγιοταφιτικήν Ἀδελφότητα.

Εἰς τήν ἱστορικήν ταύτην Μονήν τήν ἀγαπωμένην καί συχνότατα ἐπισκεπτομένην  ὑπό τῶν προσκυνητῶν Ὀρθοδόξων καί μή, Χριστιανῶν και μή, προσελθῶν ἡ Α.Θ.Μ.  ὁ Πατήρ ἡμῶν καί Πατριάρχης Ἱεροσολύμων  κ.κ. Θεόφιλος ἐγένετο δεκτός εἰς θερμήν ὑποδοχήν ὑπό τοῦ καθηγουμένου Ἀρχιμανδρίτου π. Κωνσταντίνου ὅστις καί προσεφώνησεν Αὐτῷ διά τῆς κάτωθι προσφωνήσεως αὐτοῦ:

 «Σήμερον ἡ ἔρημος ἀγάλλεται, ἅπασα ἡ θεοβάδιστος, ἐν τῇ μνήμῃ τῶν ὁσίων τοῦ Χριστοῦ, Γεωργίου τε καί Ἰωάννου, ἡ δέ Χοζεβᾶ θεία  Μονή, ὑπεραγαλλομένη ὡς εἰκός, χαίρει ταῦτα λέγουσα: ὑπερελαμπρύνθη μου τό κάλλος ἐν τῇ μνήμῃ σήμερον τῶν δύο μοῦ φωστήρων καί γάνυμαι  καί σῴζομαι αἰτουμένη δι’ αὐτῶν παρά Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ, τό μέγα ἔλεος», (Τροπάριο Λιτής).

Μακαριώτατε Πάτερ και Δέσποτα,

μετά της τιμίας των Αρχιερέων Συνοδείας,

Η σεβασμία και ιστορική Λαύρα του Χοζεβά χαίρει και αγάλλεται απόψε, διότι η Αγία μας Εκκλησία τιμά δύο αειθαλή δέντρα. Δύο αστέρες του νοητού στερεώματος, τους Αγίους Ιωάννη και Γεώργιο, οι οποίοι έδωσαν πνοή στην άγονη έρημο, έδωσαν ζωή στην περιοχή του χειμάρρου Χορράθ. Σκοπός και στόχος της προσελεύσεως τους στον αγιασμένο αυτό τόπο, ήταν η αγνή πρόθεσή τους να καθαρθούν από τα πάθη. Η σταθερή τους απόφαση να δώσουν στο Θεό την αποκλειστικότητα! Την ολόθερμη καρδιακή τους αγάπη!

Έγιναν, εκ τούτου, πρότυπα προς μίμησιν από τότε, έως και σήμερα. Πρότυπα ασφαλούς και επιτυχημένου διάπλου στο πέλαγος της ζωής. Διότι μόνον εάν ο άνθρωπος χαρίσει στο Θεό την αποκλειστική του αγάπη, όταν κάνει τα πάντα για να καθαρίσει την καρδιά του, όταν επιθυμεί διακαώς την κοινωνία με τον Θεό, τότε θα του δοθεί ως δώρο το ευαγγελικό : «Μακάριοι οι καθαροί τη καρδία ότι αυτοί τον Θεόν όψονται» (Ματθ. 5,8).

Σε αντίθεση, όποιος ζει μακράν του Θεού, δεν Τον έχει δει, ούτε Τον έχει γνωρίσει, κατά το ευαγγελικό: «Ἀγαπητοί, νῦν τέκνα Θεοῦ ἐσμεν, καὶ οὕπω ἐφανερώθη τί ἐσόμεθα· οἴδαμεν δὲ ὅτι ἐάν φανερωθῇ, ὅμοιοι αὐτῷ ἐσόμεθα, ὅτι ὀψόμεθα αὐτὸν καθώς ἐστι. καὶ πᾶς ὁ ἔχων τὴν ἐλπίδα ταύτην ἐπ᾿ αὐτῷ ἁγνίζει ἑαυτόν, καθὼς ἐκεῖνος ἁγνός ἐστι.

Πᾶς ὁ ποιῶν τὴν ἁμαρτίαν καὶ τὴν ἀνομίαν ποιεῖ, καὶ ἡ ἁμαρτία ἐστὶν ἡ ἀνομία. καὶ οἴδατε ὅτι ἐκεῖνος ἐφανερώθη ἵνα τὰς ἁμαρτίας ἡμῶν ἄρῃ, καὶ ἁμαρτία ἐν αὐτῷ οὐκ ἔστι. πᾶς ὁ ἐν αὐτῷ μένων οὐχ ἁμαρτάνει·», (Α’ Ιωάννου γ’ 2-6).

Οι Αγιοι Πατέρες, ως γνωστόν, τονίζουν ότι η Θεία Αποκάλυψη είναι ανάλογη με την καθαρότητα του κάθε ανθρώπου. Διότι η αγάπη του Δημιουργού ζητά την ανταπόκριση του πλάσματος Του, δίχως να παραβιάζει την ελεύθερη βούλησή του. Σε αυτή λοιπόν την έρημο του Χοζεβά, μέσα από τον αγώνα της καθάρσεως των παθών, έλαμψαν οι ένδοξοι Πατέρες μας, Ιωάννης και Γεώργιος, αφήνοντας το πνευματικό αυτό εργαστήριο, την Ιερά Μονή στην οποία βρισκόμαστε απόψε, κληρονομιά αγωνιστικού φρονήματος, σε όλους μας. Σε όποιον ασφαλώς επιθυμεί να αγωνιστεί.

Τον αγιασμένο αυτό χώρο γνωρίζετε καλά κι εσείς, Μακαριώτατε, από πολλών ετών. Κατά το παρελθόν εφαρμόσατε και εδώ, αυτό το οποίο- αδιαμφισβήτητα-εφαρμόζετε και σήμερα. Δηλαδή την καθημερινή, ανελλιπή συμμετοχή και βίωση των Μυστηρίων της Εκκλησίας μας.

Διότι πραγματικά βλέπουμε στο παράδειγμά Σας, ότι η ζωή του κάθε Χριστιανού, αλλά κατ’ εξοχήν του μοναχού, πρέπει να έχει ως κέντρο την Αγία Τράπεζα. Η μυστηριακή ζωή είναι Χριστοκεντρική και πολύ την ευνοεί η ησυχία της ερήμου. Μέσα στον ιερό χώρο αυτής της μοναξιάς, ξεκινούν μαγευτικά μονοπάτια Θεογνωσίας.

Στο κέντρο της ερήμου που ζούμε, στις ώρες της μονώσεως και της ησυχίας, όταν ο άνθρωπος θελήσει, βρίσκει το Θεό πιο εύκολα. «Χρήσιμόν γαρ ταῖς προσευχαῖς καί τό ὄρος καί ἡ νύξ καί ἡ μόνωσις, ἡσυχίαν καί τό ἀπερίσπαστον καί γαλήνην παρέχοντα», (Ευθυμίου Ζιγαβινού, Ερμηνεία του κατά Ματθαίον Ευαγγελίου PG 129,436).

Μακαριώτατε Πάτερ και Δέσποτα,

Στην έρημο του Χοζεβά, απευθύνουμε μετά μεγίστης χαράς και ειλικρινούς, υιϊκής αφοσιώσεως προς το Τίμιο και Σεπτό πρόσωπο Σας, το «ὡς εὖ παρέστητε». Δεύτε πανηγυρίσωμεν φιλάγια και Χριστοκεντρικά την μνήμη των οσίων κτιτόρων, Πατέρων μας, Ιωάννου και Γεωργίου».

Εὐθύς ἀμέσως ὁ Μακαριώτατος προεξῆρξε τῆς ἑορτῆς τῆς μνήμης τῶν Ἁγίων Ἰωάννου καί Γεωργίου τῶν Χοζεβιτῶν ἡ Α.Θ.Μ. ὁ Πατήρ ἡμῶν καί Πατριάρχης Ἱεροσολύμων  κ.κ. Θεόφιλος εἰς νυκτερινήν ἀγρυπνίαν, συλλειτουργούντων Αὐτῷ  τοῦ Πατριαρχικοῦ Ἐπιτρόπου Ἱερωτάτου Μητροπολίτου Καπιτωλιάδος κ. Ἡσυχίου, τοῦ Γέροντος Ἀρχιγραμματέως Ἀρχιεπισκόπου Κωνσταντίνης κ. Ἀριστάρχου, τοῦ καθηγουμένου Ἀρχιμανδρίτου π. Κωνσταντίνου  καί μετεχόντων εὐλαβῶν φιλεόρτων χριστιανῶν, μοναχῶν καί μοναζουσῶν, φιλερήμων ἐντοπίων καί προσκυνητῶν.

 Πρός τό εὐσεβές ἐκκλησίασμα τοῦτο ἐκήρυξε τόν θεῖον λόγον ὁ Μακαριώτατος ἔχοντα ἑλληνιστί ὡς ἕπεται:

«Βαπτίζεται Χριστός, ὁ τόν κόσμον φωτίζων. Ἐξ ὕψους ὁ Πατήρ ἐμαρτύρησε λέγων· Οὗτὸς ἐστιν ὁ Υἱός μου, ἐν ᾧ ηὐδόκησα, αὐτοῦ ἀκούετε. Οὗτὸς ἐστιν, ὁ φωτίζων τήν οἰκουμένην τῇ εὐσπλαχνίᾳ αὐτοῦ, ὁ βαπτισθείς καί σώσας ὡς Θεός, τό γένος τῶν ἀνθρώπων», λέγει ὁ μελῳδός τῆς Ἐκκλησίας.

Ἀγαπητοί ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,

Εὐλαβεῖς προσκυνηταί καί εὐσεβεῖς Χριστιανοί,

Τήν θείαν ἐξ ὕψους μαρτυρίαν τοῦ Πατρός, ὅτι «οὗτὸς ἐστίν ὁ Υἱός μου, ἐν ᾧ ηὐδόκησα, αὐτοῦ ἀκούετε», ἐνστερνισάμενος καί ὁ σήμερον τιμώμενος ἐν τῷ τόπῳ τῆς ἀσκήσεως αὐτοῦ Ὅσιος Γεώργιος ὁ Χοζεβίτης συνήγαγεν ἡμᾶς πάντας ἐν τῇ εὐχαριστιακῇ ταύτῃ συνάξει.

Ὁ Ὅσιος Πατήρ ἡμῶν Γεώργιος, καταληφθείς θείῳ ἔρωτι, «τῶν τόπων τῶν ἁγίων τῆς Σιών, πρός τούτους ἐπεδήμησεν κἀκεῖ διαμεμένηκεν ἕως θανάτου, πιέζων πόνοις τήν σάρκα του», λέγει ὁ μελῳδός αὐτοῦ.

Ἐπεδήμησεν δέ πρός τούς ἁγίους τούτους τόπους, διότι οὗτοι συμπεριλαμβάνονται εἰς τά περίχωρα τοῦ Ἰορδάνου ποταμοῦ, ἔνθα ἐβαπτίσθη ὁ Ἰησοῦς ὑπό τοῦ Ἰωάννου καί κατῆλθε τό Πνεῦμα τό Ἅγιον ὡσεί περιστερά ἐπ’ αὐτόν καί ἔνθα φωνή ἐγένετο ἐκ τῶν οὐρανῶν: «Σύ εἶ ὁ Υἱός μου ὁ ἀγαπητός ἐν ᾧ ηὐδόκησα», κατά τόν Εὐαγγελιστήν Μάρκον, (Μαρκ. 1, 9).

Τήν σημασίαν τοῦ γεγονότος τούτου, τῆς θείας δηλονότι Ἐπιφανείας τοῦ Σωτῆρος ἡμῶν Χριστοῦ ἐν τῷ Ἰορδάνῃ ποταμῷ διατυπώνει θαυμασίως ὁ μελῳδός λέγων: «Τά ρεῖθρα ἡγίασας τά Ἰορδάνεια. Τό κράτος συνέτριψας τῆς ἁμαρτίας, Χριστέ ὁ Θεός ἡμῶν. Ὑπέκλινας τῇ παλάμῃ σεαυτόν τοῦ Προδρόμου καί ἔσωσας ἐκ τῆς πλάνης τῶν ἀνθρώπων τό γένος, διό σέ ἱκετεύομεν. Σῶσον τόν κόσμον σου».

Μέ ἄλλα λόγια, ἀγαπητοί μου, ὁ Σωτήρ ἡμῶν Χριστός διά τῆς θείας αὐτοῦ Ἐπιφανείας ἐν τοῖς ρεῖθροις τοῦ Ἰορδάνου συνέτριψε τό κράτος, τήν δύναμιν τῆς ἁμαρτίας, ἐνδύων ἐν ἑαυτῷ  τήν ἀνθρωπίνην ἡμῶν φύσιν μέ τό καινούργιον, τό νέον ἔνδυμα τῆς ἀφθαρσίας.

Αὐτό τό μέγα μυστήριον τῆς θείας ἐπιφανείας λαμβάνει χώραν κατά τόν θεῖον βάπτισμα τῶν πιστευόντων εἰς τόν ἐκ τῶν ἁγνῶν αἱμάτων τῆς ἀειπαρθένου Μαρίας σαρκωθέντα καί ἐνανθρωπήσαντα Θεόν καί Σωτῆρα ἡμῶν, Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν, ὡς κηρύττει καί ὁ σοφός Παῦλος λέγων: «πάντες γάρ Υἱοί Θεοῦ ἐστε διά τῆς πίστεως ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ· ὅσοι γάρ εἰς Χριστόν ἐβαπτίσθητε, Χριστόν ἐνεδύσασθε», (Γαλ. 3, 26-27).

Καί διερωτώμεθα ,πῶς δύναταί τις νά ἐνδυθῇ τόν Χριστόν;

Ὁ Χριστός ἀγαπητοί μου, ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ Πατρός εἶναι τό δεύτερον πρόσωπον τῆς Ἁγίας καί Ὁμοουσίου καί Ἀδιαιρέτου Τριάδος. Τό πρόσωπον τοῦ Χριστοῦ, τό ὁποῖον ἔλαβε τήν ἀνθρωπίνην ἡμῶν σάρκα καί μορφήν, γενόμενος τέλειος ἄνθρωπος ἄνευ βεβαίως τῆς ἁμαρτίας. Ἐν αὐτῷ δέ τῷ Χριστῷ, ὡς λέγει ὁ μέγας Παῦλος, «ηὐδόκησε πᾶν τό πλήρωμα κατοικῆσαι» ( Κολ. 1, 19). Τό πλήρωμα δέ τοῦτο εἶναι ὁλόκληρος ἡ θεία φύσις, ὁλόκληρος ἡ θεότης τῆς Ὁμοουσίου Ἁγίας Τριάδος. Διά τοῦτο καί ὁ ὑμνῳδός λέγει: «Φῶς ἐκ φωτός ἔλαμψε τῷ κόσμῳ, Χριστός ὁ Θεός ἡμῶν ὁ ἐπιφανείς Θεός. Τοῦτον λαοί προσκυνήσωμεν».

Καθίσταται πλέον ἐναργές ὅτι ὁ Ἅγιος Τριαδικός Θεός εἶναι φῶς ἀπρόσιτον καί ἄκτιστον. Αὐτό ἀκριβῶς εἶναι καί τό ἔνδυμα τοῦ Χριστοῦ. Τό φῶς «τό ἁγιάζον καί φωτίζον πάντα ἄνθρωπον ἐρχόμενον εἰς τόν κόσμον».

Αὐτό ἀκριβῶς τό ἔνδυμα τοῦ θείου καί ἁγιαστικοῦ καί ἀπροσίτου φωτός ἐνεδύθη καί ὁ σήμερον τιμώμενος ὅσιος Πατήρ ἡμῶν Γεώργιος ὁ ἐκ Κύπρου ὁρμώμενος. Αὐτοῦ τοῦ ἐνδύματος τοῦ θείου φωτός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καλούμεθα νά γίνωμεν κοινωνοί καί μέτοχοι, ὡς ψάλλει καί ὁ Ἅγιος Γερμανός ὁ μελῳδός: «Τό ἀληθινόν φῶς ἐπεφάνη καί πᾶσι τόν φωτισμόν δωρεῖται. Βαπτίζεται Χριστός μεθ’ ἡμῶν, ὁ πάσης ἐπέκεινα καθαρότητος ἐνίησι τόν ἁγιασμόν τῷ ὕδατι, καί ψυχῶν τοῦτο καθάρσιον γίνεται, ἐπίγειον τό φαινόμενον καί ὑπέρ τούς οὐρανούς τό νοούμενον· διά λουτροῦ σωτηρία, δι’ ὕδατος τό Πνεῦμα, διά καταδύσεως ἡ πρός Θεόν ἡμῶν ἄνοδος γίνεται. Θαυμάσια τά ἔργα σου Κύριε, δόξα Σοι».

Εὐχαριστήσωμεν καί ἡμεῖς, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, τόν Κύριον καί Θεόν ἡμῶν ὅτι ἠξίωσεν ἡμᾶς τούς ἀναξίους διά τοῦ τιμίου Βαπτιστοῦ Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου ὡς καί τοῦ μιμητοῦ αὐτοῦ γενομένου Ὁσίου Πατρός ἡμῶν Γεωργίου νά προσέλθωμεν εἰς τόν περίχωρον τοῦτον τόπον τοῦ Ἰορδάνου καί εὐχαριστιακῶς νά θαυμάσωμεν τά ἔργα τῆς Ἁγίας καί ἀμωμήτου ἡμῶν Ὀρθοδόξου Πίστεως, νά θαυμάσωμεν τήν φιλανθρωπίαν τοῦ Θεοῦ καί Σωτῆρος ἡμῶν Χριστοῦ καί τό μέγα Αὐτοῦ ἔλεος».

Μετά τήν ἀπόλυσιν τῆς θείας Λειτουργίας ἡ Πατριαρχική Συνοδεία καί ὅλον τό ἐκκλησίασμα παρεκάθισεν εἰς εὐφρόσυνον μοναστηριακήν τράπεζαν.

Εν τέλει, εὐλογῶν ὁ Μακαριώτατος καί κατευοδούμενος ὑπό τῶν Πατέρων τῆς Ἀδελφότητος ἐπέβη τοῦ τρακτέρ διά τήν ἄνοδον εἰς τά προπύλαια τῆς Μονῆς καί τήν ἐκεῖθεν δι’ αὐτοκινήτου ἄφιξιν εἰς Ἱεροσόλυμα.

Ἐκ τῆς Ἀρχιγραμματείας.

httpv://youtu.be/MPYI2p4CJDk